«Πιστεύω –αν και πολιτικός δεν είμαι, ούτε θέλω να είμαι– πως αυτό θα φέρει πόλεμο· και πιο γοργά θ’ ακούσεις πως οι λεγεώνες που είν’ τώρα στη Γαλλία, κάναν απόβαση στη άφοβή μας Βρετανία, παρά πως πλήρωσαν μια πένα...
Εμπρός για το τσιμπούσι, γλεντήστε, ξεφαντώστε, τσουγκρίστε τα γεμάτα για την παρθενιά της, ευθυμήστε τρελά, ή πάτε κρεμαστείτε: μα η καλή μου Καίτη, αυτή θα ’ρθει με μένα...
Θα τη λατρεύουν και θα τη φοβούνται· οι δικοί της θα την ευλογούν· οι εχθροί της θα τρέμουν σαν στάρι στο χωράφι που το δέρνει μπόρα και θα κρεμάνε τα κεφάλια τους με θλίψη· μαζί της το καλό θ’ αυξαίνει...
«Των φίλων μου, που πρέπει να τους κάμεις φίλους σου κεντριά και δόντια τώρα τώρα είναι βγαλμένα· με τον σκληρό τους μόχτο πρόκοψα αρχικά και βέβαια μου ’θρεψε τον φόβο η δύναμή τους μήπως με ξεθρονίσουν: για να τ’ αποφύγω τους ξέκανα […] Για τούτο Χάρη μου τον νου σου, θερκοκέφαλους να τους απασχολείς σε πόλεμο έξω· η δράση στο εξωτερικό σβήνει τη μνήμη απ’ τα παλιά»...