Τα χορευτικά της βήματα, ένα γράμμα δίχως όνομα αποστολέα και παραλήπτη, ένα ασημένιο δαχτυλίδι κι ένα σκουριασμένο κλειδί, καθώς και η μυστηριώδης άρνηση της μητέρας της να της μιλήσει για την ιστορία που κρύβεται πίσω από αυτά τα ευρήματα, οδηγούν την Ισιδώρα από την Αστόρια σ’ ένα χωριό του Ολύμπου, τη Λευκομηλιά, με σκοπό να ανακαλύψει μόνη της όσα έχουν μείνει κρυφά για χρόνια...
«Όλοι μου λένε ότι είμαι το πιο φωτεινό αστέρι και πρέπει να φροντίζω τον εαυτό μου, να τρώω καλά για να προσέχω το φως μου» έλεγε με παράπονο ο Πολ και κοιτούσε τη θάλασσα...
Είναι φυσιολογικό άραγε να θυμώνουμε; Πώς νιώθει αυτός που θυμώνει και πώς αυτός που εισπράττει τον θυμό μας; Τι πρέπει να κάνουμε ώστε να μη στεναχωρούμε τους ανθρώπους που μας αγαπούν; Τα δίδυμα αδερφάκια, ο Θυμούλης και ο Ξεθυμούλης, μας βοηθούν να απαντήσουμε σ’ αυτές τις ερωτήσεις και μας μαθαίνουν τρόπους ώστε να ελέγχουμε τον θυμό μας...
Πώς περνάει μισός αιώνας (1912 – 1964) σε μια αστική πόλη της Βορείου Ελλάδος που απελευθερώνεται απ΄΄ τους Οθωμανούς και προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της ανάμεσα στις νέες προκλήσεις; Πώς τρεις πολυμελείς οικογένειες, οδηγημένες απ΄΄ τα προστάγματα της μοίρας, βρίσκονται να συγκατοικούν σ’ ένα πελώριο αρχοντικό; Πώς αντιμετωπίζεται το κύμα των προσφύγων της Μικράς Ασίας; Πώς ο έρωτας, με τις απανωτές του μαχαιριές, πλέκει –άλλοτε υπέροχα, άλλοτε τραγικά– τους πρωταγωνιστές; Πώς βγαίνουν οι καλικάντζαροι στην Κατοχή απ’ τα έγκατα της γης και πώς τους ξαναχώνουν τα παλικάρια της Αντίστασης; Πώς ξεκληρίζονται οι Εβραίοι της πόλης; Πώς ο εμφύλιος σπαραγμός διαλύει τη χώρα, κι από πού αντλείται το κουράγιο για την καινούρια αχνή χαραυγή; Η πραγματικότητα μπλέκεται με τη μυθοπλασία, σ’ ένα απίστευτο ανακάτεμα ηρωισμού, καρτερίας, θάρρους, προδοσίας, νέμεσης και αγάπης...
«Η αθωότητα της ανυπαρξίας» είναι μια συλλογή ποιημάτων που πραγματεύεται τη διαρκή αναζήτηση της αθωότητας πέρα από την ύπαρξη που βιώνουμε, με τις απουσίες και τον αγώνα προσαρμογής και επιβίωσης σε έναν κόσμο που δεν προορίζεται για αθώους...