"Τί κοινό μπορεί να έχουν, άραγε, μεταξύ τους, μια κοσμογυρισμένη Λατινοαμερικάνα, αυτοεξόριστη πολίτης της οικουμενικής πραγματικότητας, ένας Γάλλος ουτοπιστής με σπινθηροβόλο βλέμμα, ένθερμος οπαδός του σιτουασιονισμού, και μια ατίθαση Ελληνίδα, αμετανόητη αντάρτισσα της σαγήνης;", αναρωτήθηκαν η Δεσμίνα και ο Σείριος, προς το τέλος του χειμώνα του 73-74 και -καθώς απέκλεισαν οποιοδήποτε άλλη εκδοχή- συμφώνησαν στο γεγονός πώς χρημάτισαν -και οι τρεις- ένοικοι και γείτονές τους στο αριστερό δωμάτιο του διαμερίσματος της Roi de Sicile....
Στην κάμαρη με το χωμάτινο δάπεδο, που το ταβάνι και τα ντουβάρια της είχαν μαυρίσει απ την καπνιά ενός μακριού χειμώνα, η κοντόχοντρη κι άχαρη παραστιά, που βρισκόταν εκεί θαρρείς φυλακισμένη, έκαιγε τα κούτσουρα αράθυμα, λες και πάσχιζε να τα καταπιεί μια ώρα αρχύτερα....
Όπως η γάτα απιθώνει τ ακέφαλο ποντίκι στο κατώφλι κι οπτασιάζεταικανείς ότι έρημος πλαγιάζει καταγής όπως αυτιάζεται τις ρίζες να γεφυρώνουνε την άβυσσο και να χιμούν επάνω τουσαν Άρπυιες φονικές....
Συχνά μέσα από λωρίδες σκοτάδι ακούγεται ένας παράξενος ήχος σαν βόμβος μέλισσας τυφλή ψηλαφώ τις λυσιμελείς λέξεις έχουν καμπύλες γυναίκας άρωμα κυπαρισσιού ηδονικά χαϊδεύω το ι, το ο, το η Σιωπή εντός και εκτός αυτός ο εκτυφλωτικός ήχος μέσα από κλωστές βροχής γυροφέρνει μέσα μας και μας καίει σιγά-σιγά...