Διάλεγε δενδρύλλια 20-30 εκατοστών, με κλαδιά ροζιασμένα, που το βλέμμα τους κοιτά πάνω ή κλαίει προς τα κάτω· κλάδευε τον κεντρικό μίσχο, τον γύμνωνε μέχρι να ανασκευαστεί στην ευθύνη ενός κορμού· κι ύστερα το ξερίζωνε από τη γλάστρα του και βουτούσε τις ρίζες σε έναν κουβά νερό, για να αποχωριστεί το χώμα από πάνω του μεμιάς, μια αποποίηση της μνήμης, ένα ξέχασμα καταγωγής· αργότερα, σιγανά και με ένταση προσοχής, ψαλίδιζε τις ρίζες, τις περιόριζε ως τα δύο τρίτα του πραγματικού τους μεγέθους, ένα είδος λοβοτομής· μετά το μεταφύτευε σε ένα σκεύος ρηχό, 2-3 εκατοστών, μια στέρηση, το ανάγκαζε σε μια τροφή που δεν 8α του έφτανε, το φαγητό είναι η πιο καλόβολη ηδονή, το βίαζε σε έναν πνευματικό δρόμο, ως διέξοδο....