Προδιαγραφές προϊόντων
Διαστάσεις | 21χ14, 21x14 |
ISBN13 | 978-960-14-3566-4 |
Ημερομηνία Έκδοσης | 6/2020 |
Σελίδες | 448 |
Εξώφυλλο | Μαλακό εξώφυλλο |
Ο θάνατος, ναι, μα κι η ζωή η αξόδευτη... Ο Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης έζησε σε μια άλλη εποχή, αν έζησε. Μικρός, ονειρευόταν την απόδραση: από την εκκωφαντική σιωπή της μητέρας του Μαρίνης, την αυστηρή ενορχήστρωση της ζωής του από τον πατέρα του Λυσίμαχο. Κρυμμένος κάτω από τους πάγκους της κουζίνας, ξόρκιζε τις σιωπές με τα χωρατά της Σουμέλας και οι απλωμένες μπουγάδες στο πίσω μέρος της αυλής γίνονταν, με σύμμαχο τη Φιλιώ, κατάρτι ψηλό σε πλοίο που θα τον έπαιρνε μακριά, πολύ μακριά. Μέχρι τότε ζωγράφιζε. Πίσω, στο φόντο, η Αθήνα πάσχιζε να αποδείξει τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα στην οδό Βουλεβάρτου και στα αρχοντικά της Πατησίων. Κι ύστερα ανομολόγητη χρεοκοπία, και πάλι διχασμός, γενοκτονίες, Μικρασιατική Καταστροφή, Κρητική Επανάσταση... Ο Αριστοτέλης όμως απέδρασε. Κι όταν έφτασε στο Παρίσι της μπελ επόκ, όταν γνώρισε τη ζωή, την τέχνη, τον έρωτα, όταν συγκρούστηκε με τον πατέρα του και κατέληξε στη Μασσαλία, αυτός ο "Έλληνας Βαν Γκογκ" θα οδηγούνταν σε μία τραγική συνειδητοποίηση: Είχε φτάσει μακριά, αλλά έμοιαζε σαν να μην είχε φύγει ποτέ. Άλλες ζωές στάθηκαν πιο τυχερές.Έφτανε μια όψιμη ευτυχία στον επίλογο μιας αξόδευτης ζωής; "Έφτανε", θα ισχυριζόταν η Σουμέλα, που χρόνο κι απαντοχή δεν είχε γι’ άλλη θλίψη. "Έφτανε και περίσσευε".