Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Άνοιξαν τα μάτια τους. Όλα ήσαν σκοτεινά. Θεοσκότεινα! Από φόβο γρήγορα τα ξανάκλεισαν. Καταλάβαιναν ότι γλιστρούσαν σ’ έναν μεγάλο σωλήνα. Κι όλο γλιστρούσαν με ταχύτητα. Σε λίγο βρέθηκαν στον αέρα και στο τέλος προσγειώθηκαν πάνω σε κάτι μαλακό. Τους φάνηκε ότι ήταν γρασίδι. Άνοιξαν αργά-αργά τα μάτια τους. Γύρισαν το κεφάλι τους γεμάτα περιέργεια και κοίταξαν γύρω τους. Ναι, ήσαν ξαπλωμένα φαρδιά- πλατιά με την πλάτη στο γρασίδι και τα πόδια και τα χέρια πάνω. Ανάσκελα. Κατάλαβαν ότι είναι μέσα σ’ έναν από εκείνους τους διαφανείς στρογγυλούς θόλους, γιατί γύρω τους φώτιζαν τα πολλά παραθυράκια. Έμοιαζε με κείνες τις χιονόμπαλες που τους έφερναν τα Χριστούγεννα. Από πάνω τους όμως, αντί για χιόνια, κρέμονταν κάτι μακριά κλαδιά σαν φίδια. Αργά-αργά σηκώθηκαν σκουπίζοντας τα ρούχα τους που είχαν γεμίσει σκόνες, αράχνες και γρασίδια και γυρίζοντας το βλέμμα τους με πολλή περιέργεια γύρω-τριγύρω. -Άννα έχεις ιδέα πού βρισκόμαστε; Τι είναι εδώ;; Πού είναι ο Τζεηάν; Βλέπεις ότι δεν είναι μαζί μας; Ρώτησε ο Μιχάλης φοβισμένος. Η Άννα δεν πρόλαβε να απαντήσει. Τα μακριά κλαδιά άρχισαν να τυλίγονται πάνω στο σώμα τους, σαν χέρια που τους αγκάλιαζαν χωρίς βιασύνη και πίεση. Τους σήκωσαν, τους ανέβασαν με ταχύτητα ψηλά σ’ ένα επίπεδο μέρος. Τους άφησαν απαλά φροντίζοντας να σταθούν στα πόδια τους… Και το ίδιο αργά-αργά ξεπλέχτηκαν από πάνω τους. Παρόλο που φοβόντουσαν γελούσαν κιόλας, γιατί τα κλαδιά τους γαργαλούσαν! Το μέρος που στέκονταν ήταν γεμάτο υδρατμούς και υγρασία. Δεν έβλεπαν και πολλά πράγματα. Έτοιμα να βάλουν τα κλάματα. Όλα γίνονταν τόσο γρήγορα! Και βρίσκονταν μόνα σ’ ένα άγνωστο μέρος. -Αχ! Και να ξέραμε τι γίνεται; Πού πάμε; Είπε η Άννα γεμάτη αγωνία. Έτρεμε. Όχι τόσο από το κρύο και την υγρασία, όσο από τον φόβο της. -Ο Τζεηάν μας είπε ότι θα μπούμε στο σπίτι της Αμέβ. Τι έγινε; Πού είναι το σπίτι;… Άννα, όλα τούτα με κούρασαν. Ήθελα να γίνω αόρατος, αλλά να επιλέγω εγώ πού θα πάω και τι θα κάνω... Είπε και ο Μιχάλης όλο παράπονο. -Μιχαλάκη έχεις δίκιο. Αυτό που γίνεται δεν το είχαμε φανταστεί ποτέ. Να σου πω όμως κάτι; Όλη αυτή η περιπέτεια δεν ξέρουμε πώς θα τελειώσει, αλλά ούτε πώς θα συνεχιστεί. Εγώ πιστεύω ότι όλα όσα γίνονται θα έχουν ένα σκοπό. Ας περιμένουμε να δούμε! Ας μη βιαζόμαστε! -Καλά τα λες και συμφωνώ, αλλά θέλω να ξέρω πού ήρθαμε. Απλά. Πολλά ζητώ; Άσε πού όλα τούτα μου άνοιξαν την όρεξη και πεινώ! Δεν βρίσκεται και τίποτε εδώ γύρω να φάμε;