... Σε όλα τα κείμενά του, ποιητικά και πεζά, παρεισφρέει η δίψα του μεγαλειώδους, η λαχτάρα της ανάβασης προς το υψηλό, η δυσφορία τής μη επίτευξής της, είτε πρόκειται για την μουσική που προτιμά να ακούει είτε για άρθρα και μελέτες που ετοιμάζει, είτε για τη γνώμη άλλων που επιβεβαιώνουν την αποδοχή του. Παρά τα όσα υμνεί, τον φυσικό κόσμο, τις κοσμικές δυνάμεις και τη νομοτέλειά τους, εκείνος δεν μένει αδρανής. Δεν αφήνεται στην κατάσταση της τυφλής οργανικής ή ανόργανης ύλης. Διψά συνεχώς για μια πληρότητα που συνεχώς όμως του διαφεύγει! Για τούτο ακριβώς και παντού συνυπάρχουν αξεδιάλυτα η πεποίθηση και η αμφιβολία, η αυτοαναίρεση και η βεβαιότητα της δύναμης, η ελπίδα αλλά και η απορία ότι ο ήλιος δεν θα αλλάξει τις διαδρομές του και θα ανατείλει ξανά. Αλέξης Ζήρας (Θέματα Λογοτεχνίας 66, 2021) ... Είναι ένας λόγος που οδηγεί την ποιητική προφορικότητα στα όριά της με την προφορικότητα του καθημερινού λόγου· εξ ου και η εκφραστική αμεσότητα των στίχων του. Αισθάνεται κανείς ότι ο εμβριθής θεατρολόγος και λαογράφος οραματίζεται μια ποιητική γλώσσα με την αμεσότητα του θεατρικού λόγου ή του δημοτικού τραγουδιού. Είναι, όμως, μια έντεχνη προφορικότητα, γιατί η αμεσότητά της ελέγχεται, όπως είπα, από μια ρύθμιση εσωτερική. [...] Η στοχαστικότητα της ποίησης του Πούχνερ διαπνέεται από έναν λυρισμό που υπονομεύει τον κίνδυνο της διανοητικής σκλήρυνσης, και από μια διάθεση εξομολογητική που, όπως και ο φιλοσοφικός εκλεκτικισμός της, εκφράζεται με μιαν ευρεία κλίμακα τόνων: από τον υποβλητικό ψίθυρο, τον ευάρεστο στο αυτί του ευαίσθητου αναγνώστη, έως τη μεγαλόφωνη – για τον βαρύκοο – εκμυστήρευση. Νάσος Βαγενάς (Θέματα Λογοτεχνίας 66, 2021)