Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 1/2002 |
Διαστάσεις | 24χ17 |
ISBN13 | 978-960-301-717-2 |
Η συγκρότηση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα βασίστηκε στο γεγονός ότι η (λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερη) λειτουργία των μηχανισμών κατανομής των οικονομικών πόρων, δηλ. η λειτουργία της «αγοράς», δεν εξασφαλίζει είτε αυτόματα είτε και άμεσα την εξαφάνιση των φαινομένων της ανεργίας και της φτώχειας. Μετά τις οικονομικές κρίσεις των δεκαετιών του 1970 και 1980, αμφισβητήθηκε έντονα όχι τόσο η αναγκαιότητα ύπαρξης των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, όσο η αποτελεσματικότητα των συστημάτων αυτών. Θα μπορούσαμε να σχηματοποιήσουμε τη σχετική συζήτηση σε δύο πεδία: Από τη μία μεριά, οι πόροι που χρηματοδοτούν τις πολιτικές αυτές αντλούνται από φόρους ή άλλες κοινωνικές εισφορές και συνεπώς επιδρούν στην οικονομική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Στο πεδίο αυτό, προέχουν τα θέματα της έκτασης και του τρόπου χρηματοδότησης των δαπανών αυτών. Από την άλλη, η συζήτηση επικεντρώνεται στο πρόβλημα των στόχων των συστημάτων κοινωνικής προστασίας καθώς και στις οικονομικές επιπτώσεις που έχουν τα διανεμόμενα εισοδήματα. Στο πεδίο αυτό εντάσσονται τα θέματα της αναδιανεμητικής πολιτικής και του χαρακτήρα των αντίστοιχων πολιτικών. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, η προσοχή των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει μετατοπιστεί προς την σύνθεση και διάρθρωση της δημόσιας δαπάνης. Οι πολιτικές εστιάζονται, συνεπώς, στην αναδιάρθρωση των δαπανών και την αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους, παρά στη μείωση των υποχρεώσεων των κυβερνήσεων για την διασφάλιση υψηλών επιπέδων κοινωνικής προστασίας. Τα οικογενειακά επιδόματα αποτέλεσαν μια από τις βασικές προτεραιότητες των νομοθετών στις διάφορες χώρες - μέλη της Ε.Ε. κυρίως από τα τέλη της 10ετίας του 1990 με έτος - σταθμό το 1999. Οι παροχές στις οικογένειες είχαν «καθηλωθεί» σε σταθερά επίπεδα την τελευταία 10ετία. Με την εκ νέου επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, παρατηρείται η τάση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ενίσχυσης των συγκεκριμένων παροχών, με στόχο κυρίως την αύξηση της γεννητικότητας όπως για παράδειγμα στη Σουηδία. Οι παραπάνω εξελίξεις των τελευταίων ετών συνδέονται με το δημογραφικό πρόβλημα το οποίο έχει ενταθεί τελευταία και οφείλεται κύρια στην πτώση της γεννητικότητας. Για πολλά χρόνια, ο συντελεστής γονιμότητας (ο αριθμός παιδιών ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας 15-49 ετών) κινήθηκε μόλις επάνω από το όριο αναπλήρωσης των γενεών που είναι 2,1 παιδιά ανά γυναίκα. Με την έναρξη όμως, της δεκαετίας του 1980 ο συντελεστής γονιμότητας μειώθηκε κάτω από το κρίσιμο επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών. Στόχος της συγκεκριμένης μελέτης είναι η σύγκριση των επιπέδων κοινωνικής προστασίας στον κλάδο οικογενειακών επιδομάτων στις διάφορες χώρες της Ε.Ε σε σχέση με την Ελλάδα και η διαμόρφωση προτάσεων με στόχο τη βελτίωση της οικογενειακής πολιτικής στην στη χώρα μας. Η παρούσα έκδοση αποτελεί το δεύτερο τμήμα ενός ευρύτερου ερευνητικού έργου, το οποίο συγχρηματοδοτήθηκε από τον ΟΑΕΔ. Η ανά χείρας έκδοση περιέχει και αρκετά επικαιροποιημένα δεδομένα. Το πρώτο τμήμα του έργου αυτού αναφέρεται στα επιδόματα ανεργίας.