Το βιβλίο «Εγώ εισέβαλα στην Ελλάδα», το οποίο κυκλοφόρησαν οι Εκδόσεις «Γκοβόστη», είναι μετάφραση του Αντιστρατήγου ε.α. Ν. Κολόμβα, του αντίστοιχου "Io ho aggredito la Grecia" του Ιταλού Στρατηγού Σεβαστιανού Βισκόντι Πράσκα, Ανωτέρου Διοικητού των Δυνάμεων Αλβανίας κατά την περίοδο 5 Ιουνίου έως 8 Νοεμβρίου 1940.
Ο συγγραφέας, σύμφωνα με το σχέδιο που είχε ο ίδιος καταρτίσει και είχε εγκριθεί από τους προϊσταμένους του, άρχισε τις εχθροπραξίες κατά της χώρας μας στις 28 Οκτωβρίου 1940.
Το αξιόλογο αυτό βιβλίο έχει μεταφρασθεί χωρίς περικοπές για πρώτη φορά στη γλώσσα μας και μάλιστα κατά τρόπο εξαιρετικά επιτυχή από τον Αντιστράτηγο κ. Κολόμβα, εμπλουτίζοντας με άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία την ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, γύρω από τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο 1940-41 και όχι μόνο.
Το σημαντικό στοιχείο έγκειται στο ότι το βιβλίο δεν καλύπτει μόνο το μέρος των επιχειρήσεων της πρώτης περιόδου του πολέμου ήτοι της ιταλικής εισβολής από 28 Οκτωβρίου έως 13 Νοεμβρίου 1940, παραθέτοντας αυτούσιες τις εκθέσεις των επιχειρήσεων από τους υπευθύνους Διοικητάς των τομέων του Μετώπου (Ηπείρου, Πίνδου, Δυτ. Μακεδονίας). Αλλά αποκαλύπτει πλήρως τα παρασκήνια του Πολέμου, σκιαγραφεί παραστατικά τα πρόσωπα που αποτελούσαν την Ανωτάτη Στρατιωτική Ηγεσία και τις μεταξύ τους αντιπαλότητες, απεικονίζει χαρακτηριστικά την κατάσταση που επικρατούσε στα Γενικά Επιτελεία υπό το φασιστικό καθεστώς και με εκτενείς παρενθέσεις στο κείμενό του αναφέρεται, σε γενικές γραμμές, στον Ιταλογαλλικό Πόλεμο του 1940, στη γεωπολιτική κατάσταση της Αλβανίας, στις εδαφικές βλέψεις των ομόρων μας -Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία- απέναντι στη Χώρα μας και σε αρκετά άλλα ενδιαφέροντα θέματα.
Τελικά, ο Β.Π., επιδιώκοντας να αποσείσει τις προσωπικές του ευθύνες και διακατεχόμενος από εκδικητική διάθεση για την πρόωρη αντικατάστασή του, αποδίδει την αποτυχία των σχεδίων του, στη μη τήρηση από την Ανωτάτη Ηγεσία των αποφασισθέντων στην περίφημη σύσκεψη της
15-10-1940 στο Παλάτσο Βενέτσια στη Ρώμη υπό την προεδρία του Μουσολίνι και ειδικότερα:
α) Στη μη κατάληψη της Κερκύρας πριν ή ταυτόχρονα με την έναρξη των εχθροπραξιών.
β) Στην ανεπαρκή ροή ενισχύσεων από την Ιταλία στην Αλβανία.
γ) Στην ελλειπή αεροπορική υποστήριξη.
Καταλήγει δε στο συμπέρασμα, ότι η Ανωτάτη Στρατιωτιή Ηγεσία στην ουσία δεν ήθελε τον πόλεμο αυτόν, αλλά δεν τολμούσε να εναντιωθεί στα σχέδια του Μουσολίνι. Ενισχύει μάλιστα αυτήν την γνώμη του με το γεγονός ότι στις 15-10-1940 εξεδόθη εγκύκλιος μειώσεως της αριθμητικής δυνάμεως του Στρατού, ενώ επίκειτο η έναρξη του Πολέμου.
Καίτοι οι ανωτέρω αιτιάσεις του Β.Π. δεν στερούνται βάσεως, εν τούτοις και με βάση την σημαντική αριθμητική υπεροχή (2,5:1) και την σαφή υπεροπλία των Ιταλών, η ανατροπή των σχεδίων του οφείλεται, κυρίως, στην αλαζονεία που τον διέκρινε και στην πεποίθησή του ότι οι Έλληνες θα πρόβαλλαν ασθενή ή και καμία αντίσταση - άποψη που είχε διαδοθεί μέχρι και στον τελευταίο Ιταλό στρατιώτη.
Απόρροια αυτών των καταστάσεων ήταν, η μη επαρκής, για επαγγελματίες στρατιωτικούς, εξέταση των συνθηκών που θα αντιμετώπιζαν από πλευράς Ελλήνων, καιρού και εδάφους, με αποτέλεσμα -συμπαρομαρτούσης και της διστακτικότητας κατά τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων, που επέδειξαν στα ανώτερα κλιμάκια οι Ιταλοί- να αιφνιδιασθούν πλήρως και να οδηγηθούν στην αποτυχία.
Ο Β.Π., για να τεκμηριώσει τις θέσεις του, έχει επισυνάψει και πληθώρα άκρως ενδιαφερόντων και ως επί το πλείστον ανεκδότων εγγράφων υπό μορφήν παραρτημάτων, μεταξύ των οποίων, το πρακτικό της περίφημης συσκέψεως της 15-10-1940 στο Παλάτσο Βενέτσια στη Ρώμη, τη σύνοψη των επιχειρήσεων της πρώτης περιόδου του Πολέμου από ελληνικής πλευράς, τους αναλυτικούς πίνακες των Ιταλικών Δυνάμεων που επιχειρούσαν στους επί μέρους τομείς του μετώπου (Ήπειρος, Πίνδος, Δυτ. Μακεδονία) κ.ά.
Κατά τη μετάφραση του βιβλίου, ο Στρατηγός Κολόμβας έχει προβεί σε λεπτομερή και αξιοσημείωτα σχόλια, με βάση τα οποία καθώς και με τους επισυναπτομένους έγχρωμους χάρτες, ακόμη και ο απλός αναγνώστης, σχηματίζει μια -κατά το δυνατόν- ολοκληρωμένη εικόνα για την ελληνική πλευρά, τόσο για τα προηγηθέντα του πολέμου, όσο και για την κρίσιμη και πλέον χαρακτηριστική περίοδο των πρώτων ημερών της ιταλικής εισβολής.
Καταλήγει δε τελικά στην παράθεση, υπό μορφή επιλόγου, των κυριωτέρων γεγονότων των 216 ημερών του Ελληνοϊταλικού Πολέμου 40-41, ο οποίος αποτελεί μία από τις πλέον ένδοξες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας μας.