Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Κανείς δεν θα στεκόταν περαιτέρω στην ιστορία κάποιου τυχαίου με το παράξενα αδιάφορο όνομα Έρικ Πάουερς, αν η στιγμιαία προσοχή του πάνω στο πρόσωπο αυτό δεν συνέπιπτε με την αναγγελία του θανάτου του. Περνώντας αναγκαστικά στη δεύτερη σελίδα, ο αποτίνων φόρο τιμής στην πρώτη σελίδα σχηματίζει εύκολα την εντύπωση ότι ο Έρικ Πάουερς δεν υπήρξε τίποτα περισσότερο από έναν κοινό νέο, μετρίου αναστήματος, ο οποίος μεγαλώνοντας άρχισε να βάφει τα μαλλιά του. Όχι, όχι, δεν πρόκειται περί αυτού, το υπόσχομαι, και ο ήρωας μου δεν βάφει τα μαλλιά του, δεν τον φαντάστηκα έτσι, ίσως βέβαια επειδή εγώ δεν τα βάφω κι ούτε θα τα έβαφα ποτέ, εκείνος όμως μπορεί και να τα έβαφε, τώρα που το σκέφτομαι, ναι, φυσικά, αυτός θα ήταν ικανός να τα βάφει. Σαν αποκρυσταλλώθηκε μέσα του, με τη μορφή σταγόνας που τον ξεχείλισε, η ιδέα ότι τα πάντα γύρω του –αλλά και μέσα του τελικά– εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την ποιότητα της βαφής που χρησιμοποιεί κανείς για να τα μασκαρέψει, τα παράτησε όλα κι άρχισε να ασχολείται εντατικά με την μπογιά την ίδια. Και τα κατάφερε.