Εντασσόμενο στην κατηγορία των πολεμικών απομνημονευμάτων και μαρτυριών που αφορούν το Έπος του 1940-41, το σύντομο αυτό κείμενο έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν γράφτηκε από κάποιον που υπηρέτησε στην "πρώτη γραμμή" - αλλά σε έναν "βοηθητικό σχηματισμό": ο Θανάσης Στανόπουλος (1907-1999), γεωπόνος, έγγαμος με δύο παιδιά κατά τη στιγμή της επιστράτευσης, βρέθηκε να υπηρετεί στον Α΄ Λόχο του Ε΄ Τάγματος Μηχανικού, κύρια αποστολή του οποίου ήταν τα έργα οδοποιίας και γεφυροποιίας. Η μονάδα του (με ατομικό οπλισμό έναν απηρχαιωμένο "γκρα" και δέκα φυσίγγια) πέρασε στην Αλβανία από τη Δυτική Μακεδονία και, μέσω Κορυτσάς και Κλεισούρας, έφτασε μέχρι και πέρα από τη Σούκα, κοντά στη γραμμή του μετώπου. Η αφήγηση του οδοιπορικού αυτού στην Αλβανία, με χαρακτηριστικές περιγραφές των κακουχιών που αντιμετώπισαν τα στρατεύματα κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο (λάσπη, χιόνι, ψείρες) είναι κατά βάση αντιπολεμική, αντιηρωική και πέρα για πέρα ανθρώπινη. Το κυρίως χρονικό, που αφορά την περίοδο Οκτωβρίου 1940 - Απριλίου 1941, πλαισιώνουν ακόμα μια Εισαγωγή, στην οποία σκιαγραφείται η κατάσταση του νομού Θεσπρωτίας κατά τα τελευταία προπολεμικά χρόνια (όταν ο Στανόπουλος υπηρετούσε εκεί ως στέλεχος του Υπουργείου Γεωργίας), καθώς και κάποιες σύντομες αναμνήσεις από τα χρόνια της Κατοχής στη γενέτειρα του συγγραφέα, την Κρέστενα του νομού Ηλείας. Η έκδοση, την οποία επιμελήθηκαν η εγγονή του συγγραφέα, Σοφία Εμ. Παντουβάκη, και ο Αλέξανδρος Καρατζάς, περιλαμβάνει επίσης χάρτη με τη διαδρομή της μονάδας στην Αλβανία, καθώς και εκτενείς σημειώσεις.