Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 2/2013 |
Διαστάσεις | 21χ14 |
ISBN13 | 978-960-7651-96-9 |
Οι μελέτες που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό τον τόμο αφορούν κυρίως δύο ευρύτερα γνωστικά αντικείμενα, τους λεγόμενους ελάσσονες Σωκρατικούς και τους φιλοσόφους της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής περιόδου. Το πρώτο μέρος του τόμου, το οποίο αποτελείται από πέντε άρθρα, εστιάζει στους Κυρηναϊκούς - μία από τις σχολές των οποίων τα μέλη ισχυρίζονται, όπως άλλωστε και ο Πλάτων και οι διάδοχοί του στην Ακαδημία, ότι είναι οι μόνοι φιλόσοφοι που διασώζουν και συντηρούν το αυθεντικό πνεύμα του Σωκράτη. Σύμφωνα με την ερμηνεία που αναπτύσσεται εδώ, οι Κυρηναϊκοί διεκδικούν τη σωκρατική τους ταυτότητα σε δύο διακριτούς αλλά αλληλένδετους τομείς, τη γνωσιοθεωρία και την ηθική. Όσον αφορά τη γνωσιοθεωρία, υποστηρίζουν πως μπορεί κανείς να γνωρίζει μόνον τα πάθη του (δηλαδή εσωτερικά συμβάντα ή καταστάσεις που συμπεριλαμβάνουν αισθήματα, συναισθήματα και αντιληπτικές εμπειρίες), δεν είναι όμως σε θέση να αποκτήσει γνώση των αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου. Η θέση τους αυτή μπορεί να θεωρηθεί σωκρατική στο μέτρο που επικεντρώνεται στον άνθρωπο μάλλον παρά στη φυσική πραγματικότητα, κι επίσης μας ωθεί προς κάποια μορφή αυτογνωσίας τονίζοντας ότι κάθε άλλη γνώση είναι αδύνατη. Όσον αφορά την ηθική, οι Κυρηναϊκοί πρεσβεύουν διαφορετικές απόψεις, όλοι όμως προσυπογράφουν σε κάποιο είδος ηδονισμού ισχυριζόμενοι ότι τα ηθικά τέλη, το ανώτατο αγαθό και το απώτατο κακό, είναι αντιστοίχως η ηδονή και ο πόνος, κι ότι επιδιώκουμε το πρώτο αλλά αποφεύγουμε το δεύτερο σε όλες μας τις πράξεις. Μολονότι ο Σωκράτης παρουσιάζεται συχνά ως αντιηδονιστής, μια προσεκτική ανάγνωση των αρχαίων πηγών υποδηλώνει πως η στάση του ως προς την ηδονή είναι περίπλοκη και διφορούμενη, κι ότι μπορεί να ερμηνευθεί τόσο ως εκλεπτυσμένος ηδονισμός όσο και ως το αντίθετό του. Επομένως είναι δυνατόν να θεωρήσει κανείς την κυρηναϊκή ηθική ως μία ακόμη παραφυάδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Το δεύτερο μέρος του τόμου περιλαμβάνει επτά μελέτες, οι οποίες αφορούν κυρίως τους Επικούρειους φιλοσόφους αλλά δευτερευόντως αναφέρονται και σε φιλοσόφους άλλων σχολών, για παράδειγμα εκπροσώπους των Στωικών, των Περιπατητικών και της πλατωνικής Ακαδημίας. Οι μελέτες αυτές πραγματεύονται θέματα γνωσιολογίας, φιλοσοφίας του νου, σημασιολογίας, ψυχολογίας, θεολογίας, αισθητικής και, κυρίως, θεωρητικής και πρακτικής ηθικής. Πολλές από αυτές αναδεικνύουν το ασυνήθιστα υψηλό επίπεδο ενότητας και συνοχής της Επικούρειας σχολής, το οποίο διατηρείται παρά το γεγονός ότι οι νεότεροι Επικούρειοι σχηματίζουν αντίπαλες ομάδες που διαφωνούν ως προς την ερμηνεία των συγγραμμάτων του Επίκουρου και των άλλων αυθεντιών της σχολής. Γύρω στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ. η ομάδα με το μεγαλύτερο κύρος και την εκτενέστερη επιρροή είναι αναμφίβολα η σχολή της Αθήνας, η οποία εδράζεται στον Κήπο του Επίκουρου, διευθύνεται από έναν χαρισματικό σχολάρχη, τον Ζήνωνα τον Σιδώνιο, και προβάλλει τη δική του ερμηνεία των θέσεων του Επίκουρου ως τη μόνη ορθόδοξη. Ένας από τους μαθητές του Ζήνωνα είναι και ο Φιλόδημος από τα Γάδαρα (περίπου 110 π.Χ. - 40/30 π.Χ.), ένας σημαντικός φιλόσοφος του Κήπου ο οποίος έζησε και δίδαξε για πολλά χρόνια στη λεγόμενη Βίλα των Παπύρων στο Ηράκλειο της Κάτω Ιταλίας, και του οποίου το πολύπλευρο έργο διασώθηκε εν μέρει στους παπύρους του Ηράκλειου (όσους επιβίωσαν της έκρηξης του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. και δεν καταστράφηκαν αργότερα). Μέχρι πρόσφατα ο Φιλόδημος παρέμενε σχετικά άγνωστος στο ευρύτερο κοινό. Τα άρθρα που αναδημοσιεύονται στην παρούσα συλλογή συνετέλεσαν αποφασιστικά στην ανασυγκρότηση και τη σωστή κατανόηση της φιλοσοφίας του. Καταδεικνύουν ότι ο Φιλόδημος ασπάζεται και αναπτύσσει τη ζηνώνεια εκδοχή της σκέψης του Επίκουρου· διευρύνει τη διδασκαλία του Επίκουρου με πρωτοτυπία αλλά και σεβασμό στο πνεύμα του ιδρυτή της σχολής· και καταλαμβάνει κεντρική θέση στον Επικουρισμό και γενικότερα τη φιλοσοφική σκέψη του τελευταίου αιώνα της ρωμαϊκής δημοκρατίας.