Το φεγγάρι αντιφεγγίζει πα στα διάφανα νερά, το αγέρι πνέει σα χάδι τρυφερά και οι βράχοι στο βάθος σα φίλοι μου παλιοί στέλνουν το καλωσόρισμά τους πρώτοι αυτοί· Το πλοίο προσεγγίζει άλλη μια φορά και μου συμβαίνει πατώντας στη στεριά να θαλασσοπλοώ στου χρόνου τις ρότες του τώρα, του μετά, του τότες... Έμμετρη πατριδογνωσία, προσφέρει στον αναγνώστη απ΄΄ το περίσσευμα της αγάπης του περιπαθούς Συμιακού Δημήτρη Διακίδη, που, όπως όλα τα ξενιτεμένα τέκνα του νησιού μας, ζει με τη νοσταλγία του. Γυρίζει σωματικά κι, όταν δεν το μπορεί αυτό, επιστρέφει νοερά ξαναζώντας στιγμές ανεπανάληπτες του περίλαμπρου χθες της σφουγγαροζωής και του ναυτικού βίου της Σύμης. (από τον Πρόλογο του Ι.Μ.Χατζηφώτη, στην Α΄΄ Έκδοση)