Το τελικό αντικείμενο και η ύλη που τελικά περιλαμβάνεται στο βιβλίο μου αυτό είναι προϊόν διαδοχικών εξειδικεύσεων. Ξεκινώντας να δουλεύω, το 89, συστηματικά πάνω στον Σκαλκώτα, και μάλιστα στην προοπτική μιας ακαδημαϊκής εργασίας, ενός διδακτορικού, κατευθυνόμουν ήδη στην παρουσίαση ενός αντικειμένου που θα ήταν όχι λιγότερο από tutto Scalcottas: μια συνολική παρουσίαση όλου του του έργου, χρήσιμη στους ερευνητές που θα ασχολούνταν στη συνέχεια με τον μείζονα Έλληνα συνθέτη. Ωστόσο, στη διαδρομή τούτης της εργασίας μου κατανόησα ότι το ζητούμενο στον Σκαλκώτα δεν ήταν να παρουσιαστεί όλο το έργο του, το οποίο, καθώς αφυπνιζόταν το ενδιαφέρον της Ακαδημαϊκής κοινότητας, γινόταν αντικείμενο επεξεργασίας, κομμάτι - κομμάτι, από ερευνητές απ όλα τα μέρη της γης, αλλά να διαμορφωθεί μια στέρεα μεθοδολογία προσέγγισης του Σκαλκωτικού έργου. Μια τέτοια μεθοδολογία θα ελάμβανε υπ όψη της δύο πράγματα: - πρώτον, ότι μια θεώρηση του Σκαλκώτα θα έπρεπε να ξεκινά από τον ίδιο, επί τη βάσει της αρχής Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν - δεύτερον, ότι ο Σκαλκώτας μας έχει αφήσει μουσικά έργα, ομοίως και θεωρητικά γραπτά, άρα θα πρέπει να διαβαστούνε τα θεωρητικά γραπτά και να κατανοηθούν τα μουσικά έργα βάσει αυτών. Το μεθοδολογικό ζήτημα, λοιπόν, μπορούσε να διευκρινιστεί βάσει επίσης μιας περιοχής μόνον του έργου του, σ αυτή δε την κατεύθυνση επέλεξα την περιοχή της Σκαλκωτικής ορχήστρας. Εκεί μπόρεσα να είμαι χρήσιμος, γιατί κατευθύνθηκα στην ενορχήστρωση της 2hw συμφωνικής σουίτας, την οποία ο συνθέτης, πεθαίνοντας, είχε αφήσει ημιτελή. Τούτη η ημιτελής ενορχήστρωση μου έδωσε μια κατεύθυνση στην εργασία μου, την ολοκλήρωσή της. Η επεξεργασία αυτής της ενορχήστρωσης με απασχόλησε επανειλημμένα, η δε μορφή ολοκλήρωσης την οποία αναλύω και προτείνω στο έβδομο μέρος του βιβλίου μου είναι αυτή η οποία λαμβάνει υπ όψη της όλην τη Σκαλκωτική ορχήστρα. Θεώρησα, όμως, ότι εξίσου ενδιαφέρον με την ολοκλήρωση μιας ημιτελούς ενορχήστρωσης θα ήταν το πως θα αιτιολογείτο, πως θα την τεκμηρίωνα, πως θα την "δικαιολογούσα", κατά την έκφραση του Σκαλκώτα. Γιατί στην Τέχνη έχουμε μάθει να θεωρούμε ότι τα πράγματα μέχρις ενός σημείου είναι θεωρία και από το σημείο αυτό και πέρα πράξη, μέχρις εκεί δικαιολογούνται κι από κει και πέρα όχι, ο συνθέτης μέχρις ενός σημείου δίνει λόγο, από κει και πέρα αυθαιρετεί. Δεν είναι αυτή η περίπτωση του Σκαλκώτα, ο οποίος δημιουργούσε βάσει ενός καθετοποιημένου μοντέλου, στο οποίο η θεωρία και η πράξη συνέπιπταν πλήρως. Τούτο το μοντέλο εργασίας, λοιπόν, θα ήταν το αντικείμενο της διατριβής μου. Έτσι, με αφετηρία ένα corpus έργων κυρίως Σκαλκωτικών, ανάμεσα τους κυρίως των ορχηστρικών και ανάμεσα τους κυρίως της 2ης σουίτας, κατέληξα σε ένα μοντέλο εργασίας το οποίο έχει ενδιαφέρον καθεαυτό, εφ όσον επιδέχεται αφ εαυτού μια σειρά γενικεύσεις: - στις περιοχές της Σκαλκωτικής δημιουργίας έξω από την ορχήστρα, - στην ορχήστρα, έξω από το Σκαλκώτα, - στη μουσική λογική, έξω από τον Σκαλκώτα και την ορχήστρα εκείνου. [...] (από τον πρόλογο του συγγραφέα)