Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
ΦΩΣ Λαμπροχρυσίζει όμορφα ο ήλιος όταν βγαίνει, ξυπνάει το μάτι σιγαλά που ανοιγοσφαλίζει αν είναι κάποιος νηστικός, μ’ αυτό το φως χορταίνει, γαμπό, ξεπόδυτο, λυτό, πηγαίνοντας πηγαίνει κι έτσι περνά αδιάφορο στο άνθισμα της φύσης του κόσμου η ευφάνταστη, τούτη εδώ, πυξίδα π’ όλα τα άνθια πιο ψηλά πηδούνε να τ’ αγγίξεις, ναι! άλλη αγιότερη και στολιστή δεν είδα· ενόσω γρήγορα περνά, δίνει φιλί στο στόμα σα φουσκαλήθρα του νερού στο πλάτεμα της λίμνης ο κρύφιος έρωτας, πάσα δροσιά στο σώμα που ’χε ξοδέψ’ απλόχερα κι ο γιος της Αφροδίτης. Ξεκούραση του λογισμού κι ανάπαψη του κόπου, χυμώντας κάνει πόλεμο στο πρόσωπο τ’ αέρα καθώς τη λίμνη τάραζε, ώρα την ώρα, όπου κείνος περνούσε γρήγορα και προχωρούσε πέρα.