Στις μέρες μας -μέρες αδικίας, οργής αλλά καί εντυπωσιακής τεχνολογίας- ο μέσος σκεπτόμενος άνθρωπος -αυτός που προσπαθεί να καταλάβει κάπως τον κόσμο, τον εαυτό του και τους άλλους- διαπιστώνει κάτι ανησυχητικό: οι κοσμοθεωρίες της σύγχρονης φυσικής είτε εκφράζονται σε μια αδιαπέραστη μαθηματική γλώσσα είτε παραδοξολογούν ("αρχή του χρόνου", "πολυ-σύμπαν" κ.λπ.) ή, πολύ χειρότερα, διατείνονται ότι οσονούπω φτάνουμε σε μια "θεωρία του παντός", όπου η επιστήμη δήθεν έφτασε στο τέλος της -όπως και η ιστορία και οι ιδεολογίες! Το δοκίμιο, λοιπόν, αυτό γράφτηκε σκόπιμα στην ξεχασμένη μορφή του διαλόγου, διότι έτσι μπορεί να ασκηθεί καλύτερα εκείνο το de omnibus dubitandum, αμφιβολία για όλα -όπως άλλωστε και στον πραγματικό διάλογο, επίσης απόντα στις μέρες μας, όπου πολλοί φλυαρούν και λίγοι ακούνε. Ο διάλογος και η αμφιβολία βοηθούν να μη συνθλιβούμε από τον δογματισμό, από το κάθε λογής ιερατείο που προωθεί τους μύθους του με αδιαφανείς σκοπούς. Στα αρχαία αυτά χώματα, όπου σήμερα βρισκόμαστε κι εμείς, η τέχνη του διαλόγου έφτασε κάποτε σε αξεπέραστα ύψη -όχι μόνο στη Βουλή και στα δικαστήρια, αλλά στη φιλοσοφία και τις επιστήμες, θεμελιακά ερωτήματα, όπως "τι είναι γνώση", αναλύθηκαν σε διαλόγους-μνημεία, έτσι που ο απόηχος της δύναμης της μεθόδου τους έκαναν έναν Γαλιλαίο, 2000 χρόνια μετά, να γράφει σε μορφή διαλόγου τα έργα του -ορόσημα της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτοί οι αρχαίοι διανοητές -έστω κι αν σχολαστικισμός και προκαταλήψεις τους διαίρεσαν σε προ- ή μετά-σωκρατικούς, σε φιλοσόφους ή σοφιστές- αποτελούν μια συνεχή καταιγίδα σκέψης που έφερε όλα σχεδόν τα θεμελιακά ερωτήματα της εποχής μας, αλλά και υπαινίχθηκε μια πλειάδα εναλλακτικών απαντήσεων. Ανάμεσα τους μια εκπληκτική μορφή: ο Ηράκλειτος, ιδιόρρυθμα μοναδική σκέψη που ακτινοβολεί προφητικά μέσα από τα ελάχιστα θραύσματά της που σώθηκαν. [...]