Μπορούμε, άραγε, να αποδώσουμε με λέξεις αυτό που αγγίζει την ευαισθησία μας, αυτό που σχετίζεται με το συναίσθημα, αυτό που προκαλεί τον ενθουσιασμό ή την αποδοκιμασία μας, αυτό που μας συγκινεί ή μας αφήνει αδιάφορους; Ερώτημα που φέρνει στο νου και άλλα ερωτήματα: σε ποια ανάγκη ή σε ποιες απαιτήσεις ανταποκρίνεται αυτή η επιθυμία να μεταγράψουμε σε έννοιες αυτό που ανήκει στις τάξεις της διαίσθησης, του φαντασιακού ή της φαντασίωσης; Πρέπει, άραγε, να αποδεχτούμε την ύπαρξη μιας λεκτικής παρόρμησης, η οποία μας ωθεί, κατά κάποιον τρόπο, να εκφράσουμε λεκτικά αυτό που νιώθουμε, έτσι ώστε να μεταβιβάσουμε, για παράδειγμα, αυτή την εμπειρία σε κάποιον άλλο; Η αναγνώριση αυτού που χαρακτηρίζουμε ως ωραίου, τόσο στη φύση όσο και στην τέχνη, μας παροτρύνει, άραγε, να επιζητήσουμε την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία του άλλου; Μια ιστορία της αισθητικής είναι κατανοητή υπό την προϋπόθεση ότι θα προσδώσει σε αυτόν τον όρο μια διευρυμένη έννοια: δεν θα είναι, συνεπώς, η ιστορία των θεωριών και των αξιωμάτων σχετικά με την τέχνη, το ωραίο ή τα έργα τέχνης, αλλά η ιστορία της ευαισθησίας, του φαντασιακού και ορισμένων δοκιμίων που επεχείρησαν να αναδείξουν την αξία της αισθητήριας, λεγόμενης κατώτερης, γνώσης, ως αντίλογος στο προνόμιο που εκχωρείται στην ορθολογική γνώση, τουλάχιστον στο πλαίσιο του δυτικού πολιτισμού....