Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Η δημιουργία χρήματος και η άσκηση νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να οδηγήσει σε ανάκτηση του δημοκρατικού ελέγχου. Σήμερα τα θέματα αυτά παραείναι σημαντικά για να τα πραγματεύονται από αμιγώς τεχνική σκοπιά οι ανεξάρτητες αρχές. Οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές έχουν ήδη βρει τη νομιμοποίησή τους στις δημοκρατίες μας. Ωστόσο, τα αντίβαρα της ανεξαρτησίας (ευθύνη, διαφάνεια και αντανακλαστικότητα) θα πρέπει να ενισχυθούν και να προσαρμοστούν καλύτερα στις σημερινές δραστηριότητες των Κεντρικών Τραπεζών. Ανεξαρτησία δεν σημαίνει απουσία διαβούλευσης και συντονισμού με άλλες πολιτικές: αυτό ακριβώς είναι που λησμονήθηκε επί μακρόν. Το να ανακτήσουν οι Κεντρικές Τράπεζες τον προστατευτικό τους ρόλο, και να επαναπροσδιοριστεί η ανεξαρτησία τους, κρίνεται σήμερα ακόμα πιο αναγκαίο, καθώς η πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών –όπως και άλλων δημοσίων αρχών, έπειτα από τη φιλελεύθερη στροφή που σημειώθηκε από τη δεκαετία του ’80 και μετά– ορισμένες φορές απομακρύνθηκε από τις αρχές του κοινωνικού κράτους, με αρνητικές συνέπειες στην οικονομία, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις ανισότητες. Όπως ισχύει για κάθε δημοκρατικό θεσμό, το Δίκαιο δεν μπορεί από μόνο του να εγγυηθεί την ουσιαστική νομιμοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας. Εκείνη κρίνεται με βάση τις πράξεις της, άρα και με βάση την ικανότητά της να εξασφαλίζει στην κοινωνία προστασία απέναντι στις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές κρίσεις, όπως επίσης και να παρέχει τη δημόσια υπηρεσία του νομίσματος. Μόνο έτσι θα μπορέσει να διατηρήσει τη λαϊκή υποστήριξη, που αποτελεί και την πηγή της εξουσίας της.