Προδιαγραφές προϊόντων
Σελίδες | 339 |
Διαστάσεις | 21χ14 |
ISBN13 | 978-960-256-652-7 |
Ξενόγλωσσος τίτλος | Ap. J.-C. |
Μεταφρασμένο | Ναί |
"Δεν αμφισβητώ ότι οι πατέρες της Εκκλησίας δανείστηκαν κάποια ρητορικά σχήματα από τους αρχαίους συγγραφείς, απάντησε ο Βεζιρτζής. Υπήρξαν ωστόσο θανάσιμοι εχθροί της κλασικής παιδείας και του πολιτισμού των αρχαίων. [...] Ο διασυρμός του ελληνισμού από την Εκκλησία υπήρξε τόσο συστηματικός ώστε οι Έλληνες αναγκάστηκαν ν αλλάξουν όνομα, να μετονομαστούν σε Ρωμαίους, Ρωμιούς ή Γραικούς. Σε ορισμένες τοιχογραφίες του Αγίου Όρους απεικονίζονται μαζί με τους αγίους και τους αγγέλους διάφοροι φιλόσοφοι, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Πυθαγόρας. Όλοι φορούν στέμμα, έχουν μακριές γενειάδες και είναι ντυμένοι σαν Βυζαντινοί πρίγκιπες. Βαστούν ο καθένας τους έναν πάπυρο όπου είναι γραμμένη μια πλασματική φράση, που διακηρύσσει, για παράδειγμα, την τρισυπόστατη φύση του Θεού. Είναι γνωστό ότι η Εκκλησία επιδίωξε να προσεταιριστεί τους αρχαίους σοφούς, αυτούς τουλάχιστον που δεν κατάφερε να θάψει, παραποιώντας τη σκέψη τους. Αυτό άλλωστε δεν διδάσκονται οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ότι η αρχαιότητα παρέδωσε τη σκυτάλη του πολιτισμού στο Βυζάντιο; Ο χριστιανισμός, αγαπητέ μου φίλε, δεν συνεχίζει την αρχαιότητα, απλά την ακολουθεί όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα. Η θεολογία αναιρεί τη φιλοσοφία. Η πρώτη απαντά σε όλα, ενώ η δεύτερη ξέρει κυρίως να ρωτά." Τι άραγε θα θυμάμαι μετά από μερικά χρόνια από το βιβλίο αυτό; Ότι κέρδισε το Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας το 2007; Αλλά αυτό δεν αποτελεί μέρος του βιβλίου. Ίσως θυμάμαι τη Ναυσικά, την ευγενέστατη αυτή γυναίκα που έχασε προ ετών το φως της και που αναθέτει στον νεαρό συγκάτοικό της να μάθει τα πάντα για το Άγιο Όρος. Είναι πιθανό να επιζήσουν και άλλα πρόσωπα του μυθιστορήματος: ο μοναχός που χαιρετά τα αεροπλάνα σείοντας μια βυζαντινή σημαία, ο Γάλλος ερημίτης που ονειρεύεται να επιστρέψει στη Νορμανδία, στο σπίτι όπου ο αβάς Πρεβό έγραψε τη "Μανόν Λεσκό", ο καθηγητής Βεζιρτζής που ισχυρίζεται ότι το Βυζάντιο δεν συνεχίζει την αρχαιότητα αλλά την ακολουθεί όπως η νύχτα την ημέρα, ο Δημήτρης ίσως, ο χαμένος αδελφός της Ναυσικάς που επανεμφανίζεται στο τέλος της ιστορίας και τραγουδάει ένα νησιώτικο τραγούδι. Θα θυμάμαι σίγουρα ότι το Βυζάντιο επέβαλε με άκρα βιαιότητα το χριστιανισμό, ότι οι μοναχοί και οι κληρικοί έσφαξαν πλήθη κόσμου, ότι ο μονοθεϊσμός εισήγαγε τον θρησκευτικό φανατισμό που ήταν άγνωστος στην Αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη. Θεωρώ ελάχιστα πιθανό να ξεχάσω ότι ο Ιουστινιανός έκλεισε τη φιλοσοφική σχολή της Αθήνας και ότι ακολούθησαν για τη χώρα μας δεκατρείς αιώνες πνευματικής νάρκης. Ίσως ξεχάσω τον αφηγητή του έργου, το συγκάτοικο της Ναυσικάς, που αναλαμβάνει βαρυγκομώντας την έρευνα για τον Άθω, δεδομένου ότι ασχολείται μόνο με την αρχαία ιστορία και την προσωκρατική φιλοσοφία. Το ενδιαφέρον του όμως μεγαλώνει όταν ανακαλύπτει ότι η Ελλάδα είναι δύο χώρες που δεν έχουν σχεδόν τίποτε κοινό μεταξύ τους, και ακόμη περισσότερο όταν μαθαίνει ότι υπήρχαν πέντε πόλεις στη χερσόνησο του Άθω, τις οποίες γκρέμισαν ολοσχερώς οι μοναχοί για να χτίσουν τα γιγαντιαία μοναστήρια τους. Θα πάει στο Όρος όχι μόνο με την ελπίδα να βρει εκεί τον Δημήτρη, αλλά και να εντοπίσει κατάλοιπα του αρχαίου πολιτισμού. Θα ανακαλύψει έτσι ένα άγαλμα, θαμμένο μέσα σε μια κάβα κρασιών. Θα ανακαλύψει επίσης τον αμύθητο πλούτο των μοναστηριών, τον καιροσκοπισμό των ηγουμένων, που είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν με κάθε αρχή, μηδέ της χιτλερικής εξαιρουμένης, προκειμένου να διατηρήσουν τα εξωφρενικά οικονομικά τους προνόμια, το μίσος που εξακολουθεί να τους διακατέχει απέναντι στην Αρχαία Ελλάδα και το γυναικείο φύλο. Θα διαπιστώσει ακόμη ότι κυκλοφορούν αναρίθμητα φαντάσματα γυναικών στο Άγιο Όρος. Το μυθιστόρημα έχει και μια αστυνομική διάσταση, αλλά αυτήν είναι πολύ πιθανό να την ξεχάσω. Βασίλης Αλεξάκης