Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Είναι γεγονός ότι ο άνθρωπος απέναντι σε φαινόμενα που προσλαμβάνουν μεγαλειώδη και ασυνήθιστο για τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χαρακτήρα αντιλαμβάνεται την αίσθηση μιας παρουσίας που τον ξεπερνά και του προκαλεί το συναίσθημα του δέους. Στην Παλαιά Διαθήκη Θεός εκδηλώνει το μεγαλείο του μέσα από τα σημεία με τα οποία κατακλύζεται η κτίση Του. Το μεγαλείο της αποκάλυψης του ενός Θεού προκαλεί τον ιερό φόβο τόσο του Ιακώβ μετά το νυχτερινό όραμά του όσο και του Μωυσή ενώπιον της φλεγόμενης βάτου. Ωστόσο, η αίσθηση αυτή του δέους έναντι του ιερού δεν αποτελεί ατομοκεντρική βιωματική εμπειρία αλλά καθίσταται συλλογική με το φόβο που διακατέχει τον λαό του Ισραήλ ενώπιον της Θεοφάνειας στο Σινά.Ο φόβος από σεβασμό έναντι του Θεού εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της λατρείας ως μία φυσική αντίδραση εκείνων που έρχονται σε άμεση επαφή με Θείες εμφανίσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο φόβος του Γεδεών και του Ησαΐα. Σε αυτήν τη φυσική αντίδραση του ανθρώπου της Παλαιάς Διαθήκης ο Θεός καθησυχάζει με το «μη φοβού», όπως άλλωστε έπραττε με τους πατριάρχες, όταν τους κοινοποιούσε τις επαγγελίες του, ενώ ανάλογα έπραξε ο Χριστός, όταν οι μαθητές του τον είδαν «περιπατούντα επί της θαλάσσης». Η πίστη στον Θεό συνιστά πηγή βεβαιότητας που απομακρύνει το φόβο.Ο φόβος Θεού φαίνεται να είναι μια βασική έννοια, η οποία απαντά στις βιβλικές διηγήσεις ως ιδιότητα κοινή για όλα τα ανθρώπινα όντα, υπερβαίνουσα την εθνικότητα ή τα σύνορα, ως μία θεμελιώδης κανονιστική αρχή. Υπό αυτή την έννοια υπενθυμίζει τους βασικούς κανόνες συμπεριφοράς, ακόμη και σε περιστάσεις όπου δεν υφίσταται απειλή μιας νομικής κύρωσης. Για παράδειγμα, εξαιτίας του φόβου Θεού ο Ιωσήφ μεταμφιέζεται σε Αιγύπτιο αξιωματούχο και υπόσχεται μία δίκαιη μεταχείριση για τους αδελφούς του παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν φαίνεται να είναι υποχρεωμένος νομικά να το πράξει.