Ἡ παροῦσα ἐκλογὴ καὶ σύνθεσις ποιημάτων τοῦ Διονυσίου Χριστοφοράτου, ἐπιχειρεῖ νὰ καταδείξῃ μὲ ἕναν τρόπο καλειδοσκοπικό, στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἀνασύρονται στὴν ἐπιφάνεια, ὕστερ’ ἀπὸ ἐνδελεχῆ καταβύθισι στὰ μύχια καὶ ἄδυτα τοῦ ἑαυτοῦ καὶ τῆς ψυχῆς. Σκέψεις, ἀνησυχίες καὶ προβληματισμοὶ τοῦ δημιουργοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου ἐν γένει, βιώματα, ἐμπειρίες καὶ συναισθήματα, δημιουργοῦν μία προσωπική, πλὴν ἄκρως προσβάσιμη, ἰδεογραφικὴ συνθήκη πολλαπλῆς ἀναγνώσεως. Τὸ φῶς, τὸ σκοτάδι· ὁ χρόνος, ἡ φθορά· ὁ ἔρωτας, ὁ θάνατος· ἡ φύσις, ἡ τέχνη, ἡ πατρικὴ ἀγάπη, ἀποτελοῦν κυρίαρχα θέματα, τὰ ὁποῖα δεσπόζουν στὸ ἔργο. Ὁ δημιουργός, ἐπιλέγοντας καὶ τοποθετώντας τὴν κάθε λέξι μὲ πολὺ μεγάλη προσοχή, ἐπιδιώκει, ὄχι μόνον νὰ περιγράψῃ μὲ ἕναν τρόπο ποιητικὰ εἰκονοπλαστικὸ τὴν πραγματικότητα τοῦ νοητικοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν ἀνασκάψῃ σὲ βάθος, ὥστε ἀναφανδὸν πλέον νὰ λάμψῃ, ἡ κεκρυμμένη κι’ ἀληθινὴ οὐσία της. Ἡ αἰσθητικὴ τοῦ κάθε ποιήματος, διαμορφώνεται βάσει τοῦ γλωσσικοῦ κ’ ἐκφραστικοῦ ἀπαιτουμένου τῆς πρὸς ἐνσάρκωσιν ἑκάστοτε ἰδέας καὶ ἀναλόγως πρὸς τὴν ἐκφορικὴ ἁρμονία της. Μέσῳ αὐτῆς, ὁ ποιητὴς προσπαθεῖ ν’ ἀπεικονίσῃ τὴν πρωτογενῆ μορφὴ τοῦ ἐσωτερικοῦ του, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου κ’ ἐν παραλλήλῳ, νὰ κατασκευάσῃ λεκτικῶς, ἕνα μελῳδικὸ καὶ ῥυθμικὸ ἠχοτοπίο. Ἡ παροῦσα ποιητικὴ δημιουργία, ἀποτελεῖ μιὰ ἔμμεση προτροπὴ νὰ θεωρήσουμε (καὶ ν’ ἀναθεωρήσουμε) τὸν κόσμο μέσῳ τοῦ μαγικοῦ ἐντός μας ὀπτίλου, καθὼς - σύμφωνα μὲ τὸν ποιητή - κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, γίνεται δυνάμει ὀμορφότερος.