Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 1/1994 |
Διαστάσεις | 21χ14 |
ISBN13 | 978-960-03-1126-6 |
Κάποτε, λέει, πήγε να δει μια θεία του του κατάκοιτη. Ήταν πιτσιρικάς κι ανήσυχος. Τον έβλεπε εκείνη που δεν έβαζε κώλο σε καρέκλα και σκέφτηκε να του δώσει μια συμβουλή: «Μάθε να οδηγείς οτιδήποτε σε βοηθάει στη φυγή». Το δέσε κόμπο αυτό που του είπε κι έβαλε για στόχο στη ζωή του ν ανέβει όλη την ιεραρχεία των τροχών. Από πατίνι και ποδήλατο μέχρι μοτοσικλέτα κι αυτοκίνητο. Για αεροπλάνο είχε ορισμένους ενδοιασμούς. Η μεγάλη του αδυναμία όμως αποδείχτηκε η Μερσεντέ. Έγινε καβούκι του και κιβωτός του, καθώς, όσο περνούσαν τα χρόνια, ένιωθε άνθρωπος-χελώνα και πλάσμα του Κατακλυσμού. Κι όλα αυτά στη μεγάλη περίοδο της λειψυδρίας. Ζούσε τη μεγάλη περιπέτεια της εθνικής οδού μοιράζονας τα χιλιόμετρα ανάλογα με τις Μαρίες που εντόπιζε. Συστηνόταν ανάλογα με την περίσταση: άλλοτε σαν Πανικός κι άλλοτε σαν γιος της αρπακόλλας. Στην πιάτσα όμως τον λέγανε ο Παραπέρα... Κι αυτό γιατί όταν έφτανε στον προορισμό του, έλεγε: «Εντάξει, φτάσαμε, αν πηγαίναμε όμως παραπέρα, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Ίσως ν ανακαλύπταμε κάτι άλλο...» Περιπλανώμενος σαν την άδικη κατάρα –σ έναν τόπο μεταφυσικό– ο πειρατής με τη Μερσεντέ αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την εμπειρία του με τα καραβάνια των αθίγγανων αλλά και το πάρε δώσε με τους επιβάτες του οχήματός του. Κρατάει για προσωπική του χρήση το ρεζουμέ της σκέψης του ή ό,τι, τέλος πάντων, βγαίνει μετά από κάθε συναπάντημα. Όπως αυτό με μια Τσιγγάνα που του είπε στη διάρκεια μιας περίεργης διαδρομής: «Μη βάζεις ποτέ για σημάδι τα τσαντίρια των γύφτων...» Το δικό του συμπέρασμα εν κατακλείδι: Αυτό που κυνηγάμε είναι άπιαστο! Κι ας μη μας ξαφνιάζει το γεγονός ότι ο κόσμος μάς κοιτάζει περίεργα, γιατί στα μάτια του μοιάζουμε με τον τρελό που προσπαθεί να πατήσει τη σκιά του.