Αυτό το καταπληκτικό δημιούργημα, ο Βολφ Λάρσεν, το λαξεμένο και συνθεμένο μ΄΄ αυτό τον τρόπο, είναι αρκετό, για να δικαιώσει μιαν ολόκληρη ζωή, έγραφε ο Ambrose Bierce, για έναν από τους σημαντικώτερους μυθιστορηματικούς τύπους του Τζακ Λόντον, τον αλησμόνητο πρωταγωνιστή του Θαλασσόλυκου. Δυνατός, ανηλεής, άφοβος, ο Λάρσεν είναι και το πρωτότυπο του βάναυσου ατομικισμού, ένας άντρας, που τον κατέχει μια δαιμονική θέληση για δύναμη, και η άρνηση κάθε πολιτιστικής αρετής. Ο Franklin Walker θεωρεί τον Θαλασσόλυκο ως ένα από τα μεγαλύτερα θαλασσινά μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Αν γίνεις μια φορά ναυτικός, μένεις πάντα ναυτικός, έγραψε ο Τζακ Λόντον για τον εαυτό του. Το μεγαλύτερο μέρος του Θαλασσόλυκου, μιας από τις καλύτερες νουβέλλες για τη θάλασσα, γράφτηκε πάνω σ΄΄ ένα βολικό κόττερο μάκρους τριάντα ποδιών, ονόματι Σπραίυ, που ο Λόντον είχε αγοράσει μ΄΄ ένα μέρος από τα δυο χιλιάδες δολλάρια που είχε εισπράξει, λίγο μόλις πιο πριν, με την πώληση των δικαιωμάτων του για το Κάλεσμα της Αγριάδας. Μέσα σε μια καμπίνα, που μόλις χώραγε την κουζίνα και δυο κουκέττες, ο Λόντον έκανε εβδομαδιαία ταξίδια, στον κόλπο του Αγίου Φραγκίσκου και στο Δέλτα του ποταμού Σακραμέντο, γράφοντας πέντε με δέκα σελίδες την ημέρα, καθισμένος στο κατάστρωμα κι απολαμβάνοντας την εαρινή λιακάδα. Τον Μάρτιο του 1904, σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, κ΄΄ ενώ το μυθιστόρημα αυτό δημοσιευότανε, σε συνέχειες, στο περιοδικό Σέντσιουρυ, ο ριψοκίνδυνος εικοσιοχτάχρονος συγγραφέας του κόντευε να πεθάνει από το κρύο, μέσα σ΄΄ ένα ανοιχτό γιαπωνέζικο πλεούμενο, τύπου Σαμπάν, πλέοντας προς την Κορέα με καιρό πολικό κι ανέμους, που είχαν θερμοκρασία πολλούς βαθμούς κάτω από το μηδέν, μέσα σε μια τρικυμισμένη θάλασσα.