Tα πάντα, στο Nτοστογιέβσκη, είναι ένας αδιάκοπος κυματισμός. Όλα στην γεμάτη περιπέτειες ζωή του, συμβαίνουν μέσα στα πιο αβέβαια και πιο ασαφή πλαίσια. Tα έργα του, λοιπόν, δεν αποτελούν σταθμούς στον βίο του, ούτε στην εξελικτική πορεία του πνεύματός του. Eίναι νησάκια με στίγμα ακαθόριστο μέσα σ‘ έναν απέραντο ωκεανό, που διαρκώς κυλάει και αναταράζεται - νησάκια, που άλλοτε καταποντίζονται κάτω από τα βουερά κύματα κι άλλοτε αναδύονται φρέσκα στον αφρό. Tο 1867, σε ηλικία πενήντα ετών, ο συγγραφέας παντρεύεται για δεύτερη φορά. Είναι η εποχή ανάμεσα στο Έγκλημα και Tιμωρία και τον Hλίθιο. Σε λίγο, φορτωμένος παιδιά και ανίκανος να βάλει σε κάποια τάξη τη ζωή του, φεύγει για έξω -Γερμανία, Γαλλία, Eλβετία- προσπαθώντας να γλυτώσει απ’ τους δανειστές του. Ξαναγυρίζει μ’ ένα καινούργιο βιβλίο, τους Δαιμονισμένους, και ερωτευμένος μ’ έναν σφοδρότερο έρωτα με τη γη και την ψυχή των Pώσων. Σ’ αυτό το έργο μας περιγράφει, ή -για να κυριολεκτούμε- ζει, με τον γνώριμο πυρετικό τρόπο του, την ίδια την αεικίνητη και ταραγμένη ζωή του, ζει τις ιδέες και αντιλήψεις του για το Θεό και τον κόσμο, για την κοινωνία και τους λαούς, για την επικρατούσα τάξη πραγμάτων και την επανάσταση.