Κόρακες μαύροι-στυγεροί παιδί μου οι Ανθρώποι είν’ η καρδιά τους μιαρή στου σκότους το κατόπι Στον ίσκιο παραστέκουνε δίχως να βγάλουν άχνα να πέσεις περιμένουνε για να σου φαν’ τα σπλάχνα Δες ακριβέ μου εκτενώς με οφθαλμούς της ράχης μη σε φοβίζει κεραυνός το νου στσ’ Ανθρώπους να ’χεις! Κι αν κάποιον δεις με μια πληγή και να τη δέσεις σκύψει ραψ’ την να μην αιμορραγεί κι εντός σου μια θ’ ανοίξει...