Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
[…] Κάποιες φορές η ζωή συνταιριάζει τον χρόνο με τις σκέψεις των ανθρώπων κι εμείς που δεν γνωρίζουμε το μεγάλο παιχνίδι των συμπτώσεων το ονομάζουμε όλο αυτό μοίρα. […] […] Νέες ζωές θερισμένες σαν στάχυα… Ελπίδες, όνειρα, ακουμπισμένα κατάχαμα, πεταμένα στο παγερό χώμα… Μυαλά που προορίζονταν να πάνε τη ζωή ένα βήμα παραπέρα χυμένα στα βράχια. Νιάτα, μπουμπούκια που δεν πρόλαβαν ν’ ανθίσουν, μαραμένα. Πρόσωπα… κορμιά διαλυμένα. Πόσες μανάδες δεν ακούμπησαν τα χάδια και τα φιλιά τους φυλαχτό πάνω τους; Πόσοι πατεράδες δεν μύρισαν στα μαλλιά του παιδιού τους την ευτυχία και τη συνέχεια της ζωής τους; Πόσες αγαπητικές δεν έζησαν με την προσμονή ενός ονείρου που τώρα έγινε έρμαιο της παντοτινής νύχτας;[…] Υπάρχουν παπαρούνες τον χειμώνα; Κι αν ναι με τι μοιάζουν; Η λαχτάρα για την πολυπόθητη ελευθερία, ο πόλεμος, οι κοινοί αγώνες και οι αγωνίες ενός ολόκληρου λαού, η επιβίωση, η επιθυμία, ο έρωτας, ο θάνατος, οι ελπίδες, τα όνειρα που μπλέκονται μεταξύ τους και αναδύουν όλα τα χρώματα, τις αποχρώσεις, τις μυρωδιές και τις συναισθήσεις, συνθέτουν την ουσία της ίδιας της ζωής. Άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, πλούσιοι και φτωχοί που σήκωσαν το ανάστημά τους απέναντι στις μικρές και μεγάλες δυσκολίες της ζωής, απέναντι στους κατακτητές. Άνθρωποι που ερωτεύτηκαν με πάθος, που πολέμησαν και θυσιάστηκαν, που δεν λησμόνησαν. Μέχρι που στις 21 Φεβρουαρίου του 1913 σημαίνουν επιτέλους οι καμπάνες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Και η πλατεία του Ρολογιού γεμίζει μέσα στο καταχείμωνο παπαρούνες και κουφέτα… Ο Βασίλης Ζώνιος με το πρώτο του μυθιστόρημα Παπαρούνες του χειμώνα ανατρέχει με μια ανάσα στην συλλογική μνήμη ενός ολόκληρου λαού με απλότητα και αλήθεια.