Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 11/2002 |
Διαστάσεις | 22χ15 |
ISBN13 | 978-960-269-191-5 |
Μεταφρασμένο | Ναί |
" Ολα όσα βλέπουμε είναι οφθαλμαπάτη. Οι άνθρωποι είναι εντελώς τυφλοί· δεν τολμούν να δουν παρά το ολοφάνερο." (Wols) Ο Wols, με τους αγωνιώδεις ρυθμούς της ζωγραφικής του διαίσθησης, που ανάβλυζαν από τα έγκατα της ψυχής και του στοχασμού του, προσπάθησε να εκφράσει το ανέκφραστο. Η ζωγραφική του όραση διεισδύει όχι μόνο στα πράγματα, αλλά και πέρα από αυτά, στον κόσμο του αόρατου, επιχειρώντας να μας μεταδώσει "εκείνο που δε μεταδίδεται". Τα έργα του είναι συλλήψεις μεταφυσικές, διατυπωμένες "στη γλώσσα του", που για τους άλλους μοιάζει με μυστικό κώδικα. Δεν τα προόριζε για το κοινό. Απευθύνονταν στην ψυχή του. [...] Στα ποιήματά του παραθέτει, σαν επιγραφή του ζωγραφικού του κόσμου, το απογυμνωμένο από κάθε απατηλό χρωματικό ιριδισμό τραγικό του συμπέρασμα, ότι εκείνο που είναι δυνατόν να εκφραστεί δεν μπορεί ποτέ να είναι καρπός της αληθινής αναζήτησης: "Να ξεδιαλύνεις το μεγάλο μυστήριο δε γίνεται... Η πείρα πως όλα είναι ανεξήγητα οδηγεί στο όνειρο." [...] Ο Wols, που το πλήρες του όνομα είναι Alfred Otto Wolfgang Schulze, γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1913 και πέθανε στο Παρίσι το 1951, έγραψε τα ποιήματά του στα γαλλικά. Τα έγραψε (ίσως "για να καθυσηχάζει τον εαυτό του", όπως πιστεύει ο Sartre), και τα έριχνε στο δισάκι του, που δεν το αποχωριζόταν ποτέ - στο ίδιο τσουβαλένιο δισάκι όπου φύλαγε τις σκέψεις του Poe και του Maeterlinck, τους στίχους του Nietzsche και του Lautreamont, και προπάντων τα σοφά λόγια του Lao-Tseu. " Ανοιγε το δισάκι του κι έβγαιναν από μέσα λόγια, που είχαν μια γλυκειά μυστηριώδη ανταύγεια· άλλα ήταν δικά του, τα περισσότερα τα είχε αντιγράψει από βιβλία. Δεν ξεχώριζε τα μεν από τα δε, μολονότι από ευσυνειδησία επέμενε να σημειώνει το όνομα του συγγραφέα κάτω από την κάθε φράση που είχε αντιγράψει." [...] Ο Wols δεν εμπιστευόταν τις λέξεις: "Οι λέξεις είναι χαμελαίοντες" προειδοποιεί. Έτσι κάποτε οι πιο ανώδυνες λέξεις, αντλημένες από το καθημερινό λεξιλόγιο, στα ποιήματα και στους αφορισμούς του, αποκτούν μια νέα σημασία. Επεδίωξα να προσαρμόσω τη μετάφραση στο μέτρο της έμπνευσης των κειμένων· να μην παραμελήσω, αλλά ούτε να υπερβάλω τον ποιητικό τόνο τους· επίσης να μείνω πιστός στο "πνεύμα", όταν η ανάγκη της νοηματικής σαφήνειας επέβαλε επιτακτικά τη θυσία του "γράμματος". (από το εισαγωγικό σημείωμα του Ε. Χ. Γονατά)