Τι να πει κανείς! Ξεκινάς ένα ωραίο χάραμα με τον φίλο σου, χαμογελούν και τα μουστάκια σου για τη νέα μέρα που ανατέλλει, ευχαριστείς τον Θεό ή όποιον άλλον μπορεί να είναι υπεύθυνος γι’ αυτό το μεγαλείο, έρχεσαι στην προκυμαία, ανοίγεις καρεκλάκια, βάζεις δολώματα, σερβίρεις δύο κούπες ζεστό καφέ, στρίβεις και δύο τσιγάρα, κι ενώ αφήνεσαι στη μαγεία του ορίζοντα και την ησυχία της πλάσης, εμφανίζεται ένας κάποιος από το πουθενά, ένας άνθρωπος χωρίς ταυτότητα, ένας άγνωστος, και σε κοιτά επικριτικά, κάνοντας παράξενες γκριμάτσες αποδοκιμασίας και οργής, κουνώντας το κεφάλι του με νόημα και κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς θέλει, πράγμα το οποίο θα μπορούσε βέβαια να μας το πει ο ίδιος, αλλά δεν φαίνεται να έχει τέτοιες προθέσεις. –Ώστε κάθεσαι εδώ και ψαρεύεις. –Α! Ορίστε, έχεις και φωνή, μάλιστα, κάθομαι εδώ και ψαρεύω! –Σε ποιόν τα πουλάς αυτά ρε! –Παρακαλώ; Α, εσύ δεν είσαι με τα καλά σου! Ναι, και ακριβώς, κάθομαι εδώ που με βλέπεις και ψαρεύω. Ποιο είναι το πρόβλημα; –Ψαρεύεις; –Ψαρεύω, μάλιστα! –Σε ποιον τα πουλάς αυτά, ρε! Δεν είμαστε με τα καλά μας. Ναι, κάθομαι εδώ και ψαρεύω και δεν πουλάω τίποτε σε κανέναν, αφενός γιατί δεν ενδιαφέρομαι να πουλήσω κάτι και αφετέρου διότι δεν υπάρχουν αγοραστές που να ενδιαφέρονται να αγοράσουν κάτι. Ο μόνος άνθρωπος που τρώγεται με τα ρούχα του εδώ γύρω και που μπορεί να ενδιαφέρεται για μια κάποια συναλλαγή είσαι εσύ και μόνο εσύ, ακριβώς, αφού κανείς άλλος δεν υπάρχει. Και αν υπάρχει κάποιος που πρέπει να απαντήσει σε αυτήν την ερώτηση, είσαι μόνο εσύ. Και θα μπορούσα, με μεγαλύτερο θράσος από εσένα, να σε ρωτήσω το ίδιο, σε ποιον τα πουλάς αυτά ρε, όμως δεν βλέπω να έχεις κάτι που θα μπορούσε να πωληθεί, αλλά ακόμα κι αν είχες, δεν υπάρχει εδώ γύρω κανείς, εκτός από εμάς τους δύο, που θα μπορούσε να θέλει να αγοράσει οτιδήποτε, και εμείς δεν θέλουμε να αγοράσουμε επίσης οτιδήποτε. Επομένως, καλό θα ήταν να μας πεις τι σου συμβαίνει και τι θέλεις ακριβώς, όπως και αν πουλάς κάτι, τι είναι και πόσο κάνει, και μετά να πας από εκεί που ήρθες, να πας στην ευχή του Θεού, αφού εμείς δεν ενδιαφερόμαστε να αγοράσουμε τίποτε, πώς να σου το πω;