"Είμαι ένας λεπρός αποσυνάγωγος, αυτό είμαι. Ο άντρας που τον βλέπεις τυχαία στον δρόμο και κατεβάζεις το κεφάλι για να μη σε χαιρετήσει. Είμαι αυτός που φοβούνται τα παιδάκια τη νύχτα· και τη μέρα. Είμαι εγώ που ποτέ δεν θα με καλέσεις για ένα ποτό, όσες φορές κι αν συναντηθούμε. Ζω τη νύχτα για να τρομάζω τα παιδιά. Κοιμάμαι τη μέρα για να αποφεύγω τους καθρέφτες. Υπάρχω ακόμη, κι ας μη με θες. Υπάρχω ακόμα κι αν βασανίζω όσους με αγαπούν. Αν με αγαπήσεις, μείνε μακριά. Κανείς δεν θέλει να δει το πρόσωπο του τέρατος". Πάνω σε έναν καβγά με τη μητέρα του, ο 23χρονος Διονύσης αυτοπυροβολείται. Το μισό του πρόσωπο διαλύεται. Χωρίς μύτη, στόμα, μάγουλα, δυσκολεύεται να φάει και να μιλήσει, επιβιώνει στη σκιά με μόνη συντροφιά τους γονείς του. Για αρκετό καιρό ζει μέσα στα σόσιαλ μίντια, κρυμμένος πίσω από την οθόνη του υπολογιστή του. Ώσπου ένα βράδυ τον βρίσκει η ελπίδα, μια γιατρός τού στέλνει υλικό για την εγχείρηση που θα τον σώσει ― μεταμόσχευση προσώπου. Μπορεί όμως το πρόσωπο ενός άλλου να σου δώσει πίσω τα χαμένα χρόνια; Πώς ωριμάζει κανείς χωρίς ρυτίδες; Πώς ερωτεύεται με νέα ταυτότητα. Ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται ζητήματα βιοηθικής, αλλά και τον έρωτα, την οικογένεια, τους μητρικούς και πατρικούς δεσμούς, τις σχέσεις την εποχή του διαδικτύου.