Ο πολυταξιδεμένος και πολυγραφότατος Στέφαν Τσβάιχ γεννήθηκε στη Βιέννη στις 28 Νοεμβρίου 1881. Ως το 1935 -αν εξαιρέσουμε το πολυάριθμα ταξίδια του στο εξωτερικό- ζει στην Αυστρία (Βιέννη και Σάλτσμπουργκ). Μεταφράζει Βερλαίν, Μπωντλαίρ και Βεράρεν, δημοσιεύει ποίηση ("Ασημένιες χορδές", "Τα πρώτα στεφάνια"), νουβέλες ("Φόβος", "Αμόκ", "Σύγχυση των αισθήσεων" κ.ά.), θεατρικά ("Βολπόνε"), δοκίμια, καθώς και τα περισσότερα έργα μια μεγάλης σειράς βιογραφικών μελετών και λογοτεχνικών πορτρέτων για μεγάλες προσωπικότητες του παρελθόντος ("Τρεις δάσκαλοι: Μπαλζάκ-Ντίκενς-Ντοστογιέφσκι", "Ρομαίν Ρολάν", "Μαρία Αντουανέτα", "Μαρία Στιούαρτ", "Θρίαμβος και τραγωδία του Εράσμου του Ρότερνταμ" κ.ά.). Το 1933, με την ανάληψη της εξουσίας από τους εθνικοσοσιαλιστές στη γειτονική Γερμανία, τα βιβλία του Τσβάιχ γίνονται στόχος της ναζιστικής προπαγάνδας. Το 1935 εγκαταλείπει οριστικά την Αυστρία, εγκαθίσταται στο Λονδίνο και το 1940 αποκτά τη βρετανική υπηκοότητα. Το 1941 φεύγει για τις ΗΠΑ και από κει για τη Βραζιλία. Πικραμένος από τα πολιτικά γεγονότα και από το τέλος της εποχής που περιγράφει στο αυτοβιογραφικό του έργο "Ο χθεσινός κόσμος", αυτοκτονεί μαζί με τη γυναίκα του στις 23 Φεβρουαρίου 1942 στην Πετρόπολη, κοντά στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Χρειάστηκε επομένως να ζήσουμε μια κατάσταση και μια ιστορική συγκυρία παρόμοια με τη δική του, για να καταλάβουμε τη φιλοσοφία της ζωής του Μονταίνιου και την αναγκαιότητα του αγώνα του για το "soi-meme", για το Εγώ το ίδιο· αγώνα που αποδείχθηκε τελικά ο πιο απαραίτητος αγώνας του πνευματικού μας κόσμου....
Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται πέντε από τις γνωστότερες και δημοφιλέστερες ιστορίες του Στέφαν Τσβάιχ (Βιέννη 1881 - Πετρόπολις, Βραζιλία, 1942), που αν και δημοσιεύτηκαν πολλές φορές και σε διάφορες μεταφράσεις στην Ελλάδα σε προηγούμενες δεκαετίες, παραμένουν κατ’ουσίαν άγνωστες στο ελληνικό κοινό που ανακαλύπτει ξανά τον Στέφαν Τσβάιχ τα τελευταία χρόνια....
Μπορεί να επιβιώσει ένας έρωτας που έρχεται αντιμέτωπος με την απόσταση, το χρόνο, την προδοσία, τη σκιά ενός παγκόσμιου πολέμου; Μήπως τελικά το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι αυτό που φαινομενικά τον κρατάει ζωντανό - η ανεκπλήρωτη φύση του, το πέρασμά του στη σφαίρα του ονείρου; Ο Στέφαν Τσβάιχ μας αφηγείται την ιστορία ενός έρωτα που για χρόνια μοιάζει ανέφικτος, σε τούτη την ψυχολογική αλλά και έντονα αισθησιακή νουβέλα, η οποία ανακαλύφθηκε μετά το θάνατό του κι ενέπνευσε τον Πατρίς Λεκόντ να τη μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη....
Ύστερα από εννιά χρόνια αποχωρισμού από την αγαπημένη του, ο Λούντβιχ, βετεράνος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, επιστρέφει στην πατρίδα του, με τη βεβαιότητα ότι εκείνη θα τον περιμένει....
Σ αυτή την καλοκαιρινή ιστορία, που κρατάει μόλις μια μέρα και μια νύχτα, ο αφηγητής, με τις αισθήσεις του σε υπερδιέγερση εξαιτίας της πνιγηρής ζέστης, αντιλαμβάνεται τη φύση σαν μια γυναίκα δίνοντάς της τα χαρακτηριστικά μιας άγνωστης κι αινιγματικής νεαρής κοπέλας· τη βλέπει σαν μια διψασμένη ύπαρξη που ερωτοτροπεί με τον ουρανό, την ενσάρκωση του αρσενικού, και μας περιγράφει με ιδιαίτερο λυρισμό κι έντονο αισθησιασμό την ένωσή τους....
Το τρίτο περιστέρι που στέλνει ο Νώε από την Κιβωτό, για να του μηνύσει αν αποτραβηχτήκαν τα νερά και φανερώθηκε η γη, αποξεχνιέται στην πανέμορφη φύση, ώσπου φτάνουν και στο καταπράσινο δάσος που έχει κουρνιάσει οι ήχοι του πολέμου....
Η νύχτα που πέρασε στον ιππόδρομο του Πράτερ ένας Βιενέζος αριστοκράτης δεν είναι μόνο "φανταστική", μαγική, είναι και θαυματουργή· κι αυτό γιατί η νύχτα εκείνη προκάλεσε μια συνταρακτική αφύπνιση μέσα του....