Ό,τι ήταν τη δεκαετία του ‘80 και του ‘90 μία πρωτοφανής άνθηση στην παραγωγή συνθετικών κοινωνικών θεωριών πού ακαδημαϊκά κωδικοποιήθηκε υπό το συμβολισμό της "social theory", φαίνεται σήμερα να έχει υποχωρήσει αποφασιστικά μπροστά στην πληθώρα των μελετών για το διαδίκτυο και τα "νέα κοινωνικά μέσα". Η υποχώρηση και η κρίση της κοινωνικής θεωρίας μπροστά στην ανάπτυξη του "διαδικτυακού" καπιταλισμού αποτελεί όμως και ένα σύμπτωμα αναφορικά με την αδυναμία αυτού του τύπου της κοινωνικής θεωρίας να συνδέσει την εντεινόμενη σημασία της επικοινωνίας στην κοινωνική αναπαραγωγή με τη δυναμική της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Η προσπάθεια αντιμετώπισης αυτής της υποχώρησης μέσω της επανεκτίμησης μοτίβων της κοινωνικής θεωρίας από την περίοδο ανάδυσης της δυναμικής της καπιταλιστικής συσσώρευσης και ιδιαίτερα μοτίβων της μαρξικής κριτικής της πολιτικής οικονομίας, δεν έχει σε καμία περίπτωση το χαρακτήρα μιας "επιστροφής στους κλασικούς", αντίθετα, όπως ισχυριζόμαστε, η συνάντηση του ισχύοντος και σήμερα μαρξικού θεωρητικού πλαισίου με τη σύγχρονη επικοινωνιακά υψηλά μεσοποιημένη καπιταλιστική πραγματικότητα παράγει αμοιβαίες μεταβολές τόσο για την κατανόηση αυτής της πραγματικότητας όσο και για την επαναπρόσληψη του θεωρητικού πλαισίου. Σε μία φάση της αναπαραγωγής του καπιταλιστικού συστήματος όπου οι σημασίες του ανταγωνισμού και της ανορθολογικής εξατομίκευσης δείχνουν να λαμβάνουν έναν αναβαθμισμένο ιδεολογικό ρόλο, η γνώση των κοινωνικών επιστημών και ιδιαίτερα η εννοιακή οξύτητα που μπορεί να μας παράσχει η κοινωνική θεωρία, θεωρούμε ότι διανοίγουν την κυριότερη ίσως δυνατότητα ορθολογικής κριτικής, και από αυτή τη σκοπιά θα λέγαμε ότι χωρίς υπερβολή διατηρούν τη διαφωτιστική τους αξία.