Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Ω, Μέγα Διδάσκαλε! Πώς οι σπείρες του Βασιλιά αγνόησαν την παρουσία μου εδώ μέσα σε αυτή τη μοναξιά; Και δεν μπόρεσα να πεθάνω μαζί σου και με τους Αδελφούς μου, μάρτυρας που πληρώνει με το αίμα του την αγνότητα και την αθωότητα του Τάγματος! Ή μήπως το πεπρωμένο με κράτησε απόθεμα, εμένα γέρο άνθρωπο, ώστε με τα λόγια μου να πιστοποιήσω την αλήθεια και να μαι απ τις γενιές που θα ρθουν, ο ιστορικός της παρακμής του Τάγματος; Τι ειρωνεία! Αλλά αυτός πότε θα διαβάσει ό,τι εμπιστεύομαι σε αυτά τα φύλλα; Περάσαμε αγχώδεις καιρούς. Όπως η καταιγίδα σαρώνει σε μια νύχτα τη χρυσή υπεροχή των πλατανόφυλλων στην αυλή, έτσι και το Τάγμα μας διαλύθηκε και διασκορπίστηκε σε όλους τους ανέμους. Πολλοί ήταν οι Αδελφοί που χάθηκαν στην τελευταία μάχη για το Τάγμα! Μερικοί πιο γέροι αποτραβήχτηκαν στα Κιστερκιανά μοναστήρια ή στους συγγενείς. Οι πιο νέοι, οι τελευταίοι μου σύντροφοι, οι έχοντες όλες τις δυνάμεις τους ακόμα, εισχώρησαν στους Ιωαννίτες ή στο Τάγμα του Καλατράβα στην Ισπανία ή σε άλλες Αδελφότητες κι υπηρετούν τον ίδιο σκοπό κάτω από ένα άλλο ένδυμα που διακοσμείται από έναν άλλο σταυρό. Μα ποιος νοιαζόταν γι ανακρίσεις ακόμα και τώρα που όλα πέρασαν;