Ω, Μέγα Διδάσκαλε! Πώς οι σπείρες του Βασιλιά αγνόησαν την παρουσία μου εδώ μέσα σε αυτή τη μοναξιά; Και δεν μπόρεσα να πεθάνω μαζί σου και με τους Αδελφούς μου, μάρτυρας που πληρώνει με το αίμα του την αγνότητα και την αθωότητα του Τάγματος! Ή μήπως το πεπρωμένο με κράτησε απόθεμα, εμένα γέρο άνθρωπο, ώστε με τα λόγια μου να πιστοποιήσω την αλήθεια και να μαι απ τις γενιές που θα ρθουν, ο ιστορικός της παρακμής του Τάγματος; Τι ειρωνεία! Αλλά αυτός πότε θα διαβάσει ό,τι εμπιστεύομαι σε αυτά τα φύλλα;