Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 10/2022 |
Σελίδες | 352 |
Εξώφυλλο | Μαλακό εξώφυλλο |
Διαστάσεις | 24χ15 |
Ο κεντροελλαδικός χώρος έμελλε να αποτελέσει ένα ιδιότυπο ημιανεξάρτητο κρατικό μόρφωμα (Territorialstaat) κατά την τελευταία φάση της υστεροβυζαντινής περιόδου, από τις αρχές του 13ου έως το β'' μισό του 15ου αιώνα. Αυτή η επικράτεια διατήρησε την υπόστασή της για περίπου δυόμισι αιώνες ανάμεσα σε διάφορες εδαφικές μεταβολές, τις οποίες επέβαλαν κατά καιρούς διάφοροι ξένοι επιδρομείς, όπως Φράγκοι/Λομβαρδοί/Βενετοί/Ιωαννίτες και Ναΐτες ιππότες, Καταλανοί («Αλμο[υ]-γάβαροι»/«Almugavares»), Σέρβοι, Αλβανοί, Τουρκομάνοι και Οθωμανοί Τούρκοι. Μετά την αρχική λατινική κατάκτηση της περιόδου 1204/1205-1211/1212 ακολούθησε η ενσωμάτωση της περιοχής αρχικά από το σταδιακά επεκτεινόμενο κράτος της Ηπείρου, μεταξύ 1212/1213 και 1222 περίπου, καθώς και η ένταξή της ως κτήση της βυζαντινής (από το 1224) αυτοκρατορίας της Θεσσαλονίκης, που όμως υπήρξε βραχύβια και δεν κατόρθωσε να ασκήσει αποφασιστικό έλεγχο στα θεσσαλικά εδάφη, τα οποία μόνο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον σεβαστοκράτορα Ιωάννη Α'' Άγγελο Δούκα Κομνηνό τον «Νόθο», με κέντρο του τις Νέες Πάτρες (Υπάτη), περί τα τέλη της έβδομης δεκαετίας του 13ου αιώνα, έμελλαν να αυτονομηθούν για μερικές δεκαετίες, ενώ, μετά τις καταστροφικές εισβολές των Καταλανών στις πρώτες δεκαετίες του 14ου αιώνα, η δυναστεία των Παλαιολόγων της Κωνσταντινούπολης κατόρθωσε να διατηρήσει κάποιον έλεγχο σε σημαντικό τμήμα της Θεσσαλίας στα χρόνια c. 1332/1333 έως 1348. Αυτή την περίοδο, όπως και τις μετέπειτα εισβολές των Αλβανών και των Σέρβων από τις αρχές έως τα μέσα του 14ου αιώνα, όπως επίσης και την καθοριστική παρουσία των Οθωμανών εισβολέων από τις τελευταίες δεκαετίες του ίδιου κρίσιμου αιώνα για την ευρύτερη κεντροελλαδική περιοχή, εξετάζει ετούτο το βιβλίο, έως την συμπλήρωση της οθωμανικής κατάκτησης σε διάφορες φάσεις μεταξύ 1385/1386-1413/1414, ιδιαίτερα το 1423 και σε τελική φάση μεταξύ 1423 και c. 1454/1470, συνεχίζοντας χρονολογικά την διατριβή της Άννας Αβραμέα για την βυζαντινή Θεσσαλία έως το 1204 (1974) και συμπληρώνοντας, ιδιαίτερα ως προς την περίοδο μετάβασης στην οθωμανική εξουσία, την μονογραφία του Bozidar Ferjancic περί βυζαντινής Θεσσαλίας κατά τους 13ο-14ο αιώνες (1974), καθώς και το ιστορικογεωγραφικό εγχειρίδιο των Johannes Koder-Friedrich Hild για τις βυζαντινές περιφέρειες Ελλάδας και Θεσσαλίας (1976), λαμβάνοντας επίσης υπόψη και τις έρευνες πολλών άλλων ερευνητών, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που ασχολήθηκαν με την ιστορία και τον πολιτισμό του υστεροβυζαντινού θεσσαλικού χώρου. Η σημασία του θεσσαλικού αυτού κρατιδίου και ο ρόλος που διαδραμάτισε σε διάφορες περιστάσεις των περίπου διόμισυ τελευταίων βυζαντινών αιώνων επιβάλλει την αναβάθμισή του ως οντότητας κατά την κρίσιμη μετά το 1204 περίοδο, αλλά και την τοποθέτησή του σε παραπλήσια βιβλιογραφική μοίρα με εκείνη των κρατών των Λασκαριδών της Νίκαιας, των Αγγελο-Δουκο-Κομνηνών της Ηπείρου (με τις τύχες των οποίων τόσο συχνά και στενά συνδέεται), των Μεγαλο-κομνηνών της Τραπεζούντας και του Πόντου, καθώς και των Καντακουζηνών και Παλαιολόγων διοικητών και ηγεμόνων του δεσποτάτου του Μορέως (Μυστρά), στο πλαίσιο μελέτης της υστερομεσαιωνικής ελληνικής ιστορίας.