Ο Γιώργος Κόρδης γεννήθηκε στη Μακρυρράχη Φθιώτιδας το 1956. Σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1975-1979), ενώ παράλληλα έκανε ελεύθερες σπουδές ζωγραφικής και βυζαντινής εικονογραφίας. Μελέτησε συστηματικά την ιστορία και αισθητική της βυζαντινής ζωγραφικής και από το 2003 είναι λέκτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (εικονογραφία: θεωρία και πράξη). Συνέχισε τις σπουδές του στις Καλές Τέχνες στη Βοστόνη των ΗΠΑ (School of the Museum of Fine Arts of Boston, 1987-1989). Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, μαθήτευσε κοντά στο μεγάλο Έλληνα χαράκτη Φώτη Μαστιχιάδη, που τον μύησε στον κόσμο της χαρακτικής τέχνης και κυρίως της χαλκογραφίας. Από το 1993 ως το 1997 προσέγγισε εικονογραφικά τα λογοτεχνικά κείμενα του Αλ. Παπαδιαμάντη και άλλων Ελλήνων λογοτεχνών (Κόντογλου, Καρκαβίτσα, Μωραϊτίδη), καθώς και λαϊκά παραμύθια της Κύπρου. Παράλληλα ασχολήθηκε με την έκδοση συλλεκτικών βιβλίων. Από το 1990 ασχολείται συστηματικά με τη διδασκαλία της βυζαντινής ζωγραφικής οργανώνοντας σειρές μαθημάτων και καλοκαιρινά σεμινάρια.
Τι άλλο θα μπορούσε να ναι ένα κείμενο για τον Νίκο Καββαδία παρά ένα μνημόσυνο στο λιγοστό φως που σιγοκαίει ακούραστα στα σωθικά της παρακμής; Τι άλλο θα μπορούσε να γράψει για το νοσταλγό ετούτο της ατίθασης ουτοπίας που, όπως κάθε ναυτικός, του πραγματικού το ανέφικτο ζήτησε και χώρους και τρόπους, απροσπέλαστους σε ανθρώπους καθαρούς, τόλμησε να περπατήσει, που δε δείλιασε να αγγίξει και να ψαύσει της αμαρτίας το σώμα και να βγει νικητής και νικημένος μαζί; Λένε για μένα οι ναυτικοί....
Αν θα θέλαμε τώρα να αξιολογήσουμε την εικαστική πραγματικότητα των Βυζαντινών ευρύτερα, θα λέγαμε ότι αυτή είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα, μία γλώσσα, η ανάπτυξη της οποίας έγινε όχι στην βάση της υποκειμενικής έκφρασης κάποιων καλλιτεχνών, αλλά στην βάση της αίσθησης του ανθρώπου....