Εμείς, που για λόγους ανώτερους της θέλησής μας βρισκόμαστε μακριά σας, εμείς που αναπνεύσαμε τον ίδιο αέρα με σας, που πατήσαμε τα ίδια χώματα, που ήπιαμε το ίδιο ευλογημένο νερό, που νιώσαμε την ίδια θαλπωρή του ήλιου, που μας έθρεψε η ακλόνητη πίστη και αγάπη στον Πολιούχο μας, που ζήσαμε τον ευγενή πολιτισμό του Πύργου μας, με τα Ανθεστήρια, τους χορούς, το καρναβάλι και τόσες άλλες μουσικές εκδηλώσεις, στο "Κρόνιον" και στον ωραίο μας "Απόλλωνα", που έχουμε την πατροπαράδοτη φιλοξενία του ριζωμένη μέσα μας, που κάναμε τους ωραίους περιπάτους από τον Άγιο Διονύσιο μέχρι του Μοσχούλα και από τα Χαλκιάτικα μέχρι τον Άγιο Παντελεήμονα και την Αγία Παρασκευή με τα περιβόλια της Φιλάνθης, που χαρήκαμε την ωραία βεράντα του Επαρχείου μας αγναντεύοντας τον καταπράσινο κάμπο, τον φιδωτό Αλφειό και το χαριτωμένο Κατάκολο....
Τι σχέση μπορεί να έχει η Ίρις, ένα κορίτσι που μεγαλώνει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Πελοποννήσου τη δεκαετία του 1950, με τον Κόκκινο φρούραρχο, την ντουλάπα του και την Ασφάλεια, με τις δεσποινίδες Καρμπόν και τα Νεραντζάκια, με τους βασιλείς και τις άπορες κορασίδες; Με τα δικά της μάτια προσπαθεί να ερμηνεύσει τη μισαλλοδοξία και το φανατισμό εκείνης της ταραγμένης εποχής, να περιγράψει τι βλέπει, τι ζει, τι αγαπά και τι χάνει....