Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Δυο μικρά επεισόδια: Όταν ένα ολοσέλιδο πορτραίτο της Μάρλεν Ντίτριχ εμφανίστηκε στο αγγλικό περιοδικό «The London Illustrated News», ο Μιχάλης διέταξε τη Γιαννούλα να το κρατήσει όρθιο, ώστε να μπορέσει να το φωτογραφίσει με τη φωτογραφική του μηχανή Κόντακ. Η φωτογραφία σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ο Μιχάλης έγραψε πάνω της: «Στον Μιχάλη, με αγάπη, Μάρλεν», μάς όρκισε να τηρήσουμε εχεμύθεια και την εξέθεσε σε όλους τους φίλους του, οι οποίοι δεν αμφέβαλαν ποτέ ότι επρόκειτο για προσωπικό δώρο της ηθοποιού. Όταν ο Μιχάλης διηγήθηκε την ιστορία στη Μάρλεν Ντίτριχ είκοσι χρόνια αργότερα, εκείνη δεν κολακεύτηκε καθόλου με τη σκέψη ότι ήταν διάσημη σταρ όταν ο Μιχάλης ήταν παιδί. Στις τρεις τα ξημερώματα, η μητέρα μου ξύπνησε τον πατέρα μου επιτακτικά ψιθυρίζοντας: «Παναγιώτη, είναι κάποιος στο σπίτι». Ο πατέρας μου πετάχτηκε από το κρεβάτι, άρπαξε το κυνηγετικό του όπλο από την ντουλάπα όπου το φύλαγε και κατέβηκε γενναία τις σκάλες, ενώ η μητέρα μου περίμενε τρεμάμενη πίσω από την πόρτα του υπνοδωματίου μην τολμώντας να τον ακολουθήσει αλλά θέλοντας να βεβαιωθεί ότι ήταν καλά. Ο πατέρας μου επέστρεψε λίγα λεπτά αργότερα για να αναφέρει ότι δεν υπήρχε διαρρήκτης κάτω. Στη συνέχεια προχώρησε στο άδειασμα του όπλου και επέστρεψε στο κρεβάτι του. Το όπλο εκπυρσοκρότησε. Η μητέρα μου φώναξε «Με σκότωσες» καθώς κάτι τη χτύπησε. Ο πατέρας μου πανικοβλήθηκε για μια στιγμή πριν συνειδητοποιήσει ότι την είχε χτυπήσει μόνο ο άδειος κάλυκας, ενώ η σφαίρα είχε καρφωθεί στον τοίχο.