Με τον εικονοκλαστικό αυτό τίτλο, που αναφέρεται στο υπ αριθμόν πρόβλημα της Ε.Ε. αλλά ήδη και της Ελλάδας, κυκλοφόρησε η νέα μελέτη της καθηγήτριας Μ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη. Στο βιβλίο της αυτό η γνωστή οικονομολόγος: 1. Yποστηρίζει ότι το πρόβλημα της ανεργίας, όπως προσεγγίζεται από την Ε.Ε. αποτελεί ψευδοπρόβλημα, επειδή: -ουσιαστικά πρόκειται για πρόβλημα διανομής του συνεχώς ανερχόμενου πλούτου, ανάμεσα στην εργασία και στο κεφάλαιο, και όχι για την ανάγκη εξασφάλισης περισσότερης απασχόλησης. -αυτό το πρόβλημα οφείλεται στην αχρήστευση των παραδοσιακών νόμων και εργαλείων με τη βοήθεια των οποίων προσδιορίζονταν τα μερίδια εργασίας και κεφαλαίου μέσα στο προϊόν, από το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου και μέχρι τη δεκαετία του 70, εξαιτίας της μετάβασης του καπιταλισμού στο μεταβιομηχανικό στάδιο. -και συνεπώς, αυτό οφείλει να αντιμετωπισθεί με την προσπάθεια εξεύρεσης νέων νόμων κατανομής, που να εξασφαλίζουν στοιχειώδεις όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, και προπαντός, να αποτρέπουν την εφαρμογή των νόμων της ζούγκλας στις σύγχρονες οικονομίες. 2. Διαχωρίζει την ευρωπαϊκή από την αμερικανική περίπτωση ανεργίας, δεδομένου ότι στην πρώτη διαπιστώνεται συνύπαρξη ανερχόμενου πλούτου με κατερχόμενες ανάγκες εργασίας και διευρυνόμενο ποσοστό ανεργίας, ενώ στη δεύτερη ο ανερχόμενος πλούτος, συμβαδίζει με χαμηλούς μισθούς, αυξανόμενο ποσοστό φτώχειας, και χαμηλό επίπεδο ανεργίας. Διαχωρίζει, ακόμη, την περίπτωση της ανερχόμενης ελληνικής ανεργίας, από την αντίστοιχη μορφή της Ε.Ε., υπογραμμίζει τις ιδιαιτερότητες της και υποστηρίζει ότι αυτή οφείλεται στην απέναντι στο απουσία εθνικής αναπτυξιακής πολιτικής, όπως και στις ανειλημμένες μας υποχρεώσεις, Μάαστριχ και στην Ε.Ε.. Οι τελευταίες αυτές μας εμποδίζουν να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, που απορρέουν από το χαμηλότερο του μέσου αναπτυξιακό μας επίπεδο. 3. Υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση της ανεργίας, στα τέλη του 20ου και στα πρόθυρα του 21ου αιώνα, δεν είναι πια δυνατή με βάση τα παραδοσιακά πλαίσια της κλασικής -νεοκλασικής και Κεϋνσιανής θεώρησης. Αυτό διότι μια σειρά από παράγοντες που έχουν αναπτυχθεί στις σύγχρονες μεταβιομηχανικές κοινωνίες προκαλούν ανισορροπητικές αποσυνδέσεις, ανάμεσα στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην αναγκαία, εκάστοτε απασχόληση. 4. Απορρίπτει τις προτάσεις, που περιλαμβάνονται στο Λευκό Βιβλίο, δεδομένου ότι, σ αυτό, γίνεται προσπάθεια δικαιότερης κατανομής της ανεπαρκούς απασχόλησης, με την ενθάρρυνση ανισότερης κατανομής της ανερχόμενης ευμάρειας. Οι λύσεις, λοιπόν, που εμπεριέχονται στο Λευκό Βιβλίο αναβιώνουν την παλιά διαμάχη, ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο, εφόσον θέτουν σαφέστατα το πρόβλημα του επαναπροσδιορισμού των μεριδίων εργασίας και κεφαλαίου -αποδίδουν τις -νέες και βελτιωμένες γνώσεις-, που αυξάνουν την παραγωγικότητα και περιορίζουν τις ανάγκες για εργασία, αποκλειστικά και μόνον στο κεφάλαιο, και όχι στην εργασία, ενώ πρόκειται για το επιστέγασμα της ανθρώπινης εργασίας, τη διανοητική. -απειλούν την Ε.Ε. αν τελικά τις εφαρμόσει, με οικονομική στασιμότητα, αδυναμία απορρόφησης της παραγωγής, απώλεια βαθμού ανταγωνιστικότητας και αδυναμία οικονομικής και κοινωνικής της επιβίωσης. -Ειδικότερα αναλύονται οι λόγοι, για τους, οποίους οι λύσεις του Λ.Β. είναι κατ εξοχήν ακατάλληλες, ανεφάρμοστες και επικίνδυνες στην ελληνική περίπτωση. 5. Προτείνει λύσεις επαναστατικές και εν πολλοίς, πρωτοποριακές για την αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής -και ελληνικής- ανεργίας, που όμως βασίζονται σε στέρεη αναλυτική βάση και εξασφαλίζουν επιστημονική κάλυψη στο αίτημα της εργασίας, για της γενίκευση των 35 ωρών χωρίς μείωση του επιπέδου αμοιβής της. Οι λύσεις αυτές προϋποθέτουν περισσότερο και όχι λιγότερο κράτος προνοίας, προκειμένου να μη μεταβληθεί η Ευρώπη, κατά τον 21ο αιώνα, σε απέραντη "γκρίζα περιοχή".