Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
«Ένας ξαφνικός, κεραυνοβόλος έρωτας, αναζητούσε ρίζες να στεριώσει και να προστατευτεί από την καταιγίδα και το κύμα που είχε αρχίσει να φουσκώνει, και ήταν θέμα χρόνου να σκάσει απειλητικό στην προκυμαία της Σμύρνης. Ένας αρρωστημένος έρωτας κατέληξε να γίνει μακάβριο κισμέτ, αφανίζοντας ψυχές, σαν ολέθρια καταιγίδα». «Σε μια γωνιά της πόλης, χέρια αντίχριστων έσερναν τον Δεσπότη αιμόφυρτο. Ανέμιζαν τα ράσα του μουλιασμένα στο άγιο αίμα, με φόντο έναν τόπο που καιγόταν, ενώ οι άνθρωποι κολυμπούσαν στον τρόμο, την απελπισία και το δάκρυ». «Γονατισμένη, έκλαιγε με λυγμούς. Την ευτυχία που βίωσε σ’ εκείνο το σπίτι, την δίπλωσε με κατάνυξη και την κρέμασε στην ψυχή της σαν φυλαχτό. Φίλησε ευλαβικά την πόρτα που έκλεινε για πάντα. Άπλωσε το χέρι και έκοψε ένα κλαδάκι βασιλικό από τη γλάστρα που ήταν ακουμπισμένη στο πλατύσκαλο. Έκλεισε τα μάτια και τον μύρισε. Οι πιο όμορφες στιγμές της, πέρασαν βιαστικά πίσω από τα βλέφαρα και κατασκήνωσαν στα ρουμάνια της μνήμης».