Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Φύσει ή θέσει, άραγε, ο στοχασµός; Είναι η φιλοσοφία το εγγενές της νόησης (και συνεπώς διακριτό της τµήµα), που δεν µπορεί παρά να αποτελεί ένα καταφύγιο απέναντι στο οντολογικά τιθέµενο πρόβληµα της ύπαρξης; Ή, ίσως, προκύπτει εξ ανάγκης και ως εκ τούτου εγγράφεται στο εσωτερικό µιας µονοµερούς και αβέβαιης τελεολογίας; Κι εδώ το ohne mitzumachen του Χούσσερλ, δηλαδή η µη σύµπραξη (ως αδυναµία κατανόησης µάλλον) στην κίνηση του κόσµου, ειπωµένο σχεδόν δυόµιση χιλιετηρίδες πριν στην Έφεσο και στην Κίνα. Ο Λόγος του Ηράκλειτου, που συµπράττει µε το Εν και το Πυρ, ώστε να καταδείξει στον άνθρωπο το προφανές της ασηµαντότητάς του και την ίδια στιγµή την ύπαρξή του ως κορυφαία στιγµή µέσα στον αδιάλειπτο κύκλο του ενιαυτού και από την άλλη το µυστηριώδες όσο και πανταχού παρόν Τάο, ένα γρανάζι στη µηχανή της εναρµόνισής µας µε το σύµπαν. Κυριότερα, δε, αµφότερα (Λόγος και Τάο) αποκτούν έναν εργαλειακό χαρακτήρα στον βαθµό που η στοχαστική φαντασία του Ηράκλειτου και του Λάο-Τσε, πάντοτε ανθρωποκεντρικές, καθιστούν τη σκέψη µιαν ανθρωπολογία και λαµβάνουν έναν χαρακτήρα ἐδιζησάµην ἐµεωυτόν. Τούτο θέτει το πρόβληµα της συνείδησης πάνω από αυτό του εντός του Είναι Γίγνεσθαι και καθιστά αυτήν (τη συνείδηση) αφύπνιση της θνητότητάς µας.