Κάποιες φορές οι παππούδες διηγούνται στους εγγονούς παραμύθια για δράκους και ιππότες. Άλλες φορές, πάλι, ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα και τους λένε παραμύθια (;) για κομπίνες και τραπεζικά κυκλώματα. Μια φορά κι έναν καιρό, εγγονέ μου, ήταν ένας Κ. που ήθελε να γίνει μεγάλος. Κι έγινε ο Μεγάλος. Κουμάσι θα τον έλεγε κάποιος, Καταφερτζή κάποιος άλλος. Όπως και να έχει, μέσα θα έπεφταν και οι δυο. Ο Κ., ένα Καταφερτζίδικο Κουμάσι, κατάφερε με το λαμπρό μυαλό του και το σκάνδαλό του, να σημαδεύσει μια ολόκληρη εποχή. Στο «Κ», ο αφηγητής-παππούς, διηγείται «μια ιστορία με ήρωα το χρήμα». «Στην εποχή που μπαίνουμε» λέει στον εγγονό του, «εποχή που εγώ δε θα τη ζήσω, αλλά θα τη ζήσεις εσύ, το χρήμα, που πάντα κυβερνούσε τον κόσμο, θα εξακολουθεί να τον κυβερνά, αλλά χωρίς σάλτσες που άλλοτε το σκέπαζαν. Σήμερα το χρήμα είναι γυμνό, καμιά ιδεολογία, καμιά σταυροφορία δεν τη ντύνει. Είναι το χρήμα για το χρήμα, όπως λέμε η Τέχνη για την Τέχνη». Και κάπως έτσι, ξετυλίγεται το νήμα μιας ιστορίας, πρωτοφανούς για τα ελληνικά δεδομένα. Είναι η ιστορία του έξυπνου γιου ενός ελαιοχρωματιστή μετανάστη που ζήτησε να γίνει παντοκράτορας, για να καταλήξει, μετά από μια τρελή τροχιά με δύναμη, διαφθορά και διαπλοκή, στη «δίκη του αιώνα» και στα κάγκελα της φυλακής.