O άνθρωπος είναι καμωμένος από συγκρούσεις. Η αρμονία που αποτελεί προϋπόθεση αλλά και στόχο, η ωριμότητα, δύσκολα πετυχαίνονται στην πράξη. Αν τα αντίθετα στο σύμπαν -στο εξαίσιο πέρασμα της μέρας στη νύχτα, του χειμώνα στο καλοκαίρι, της βροχής στον ήλιο, της φουρτούνας στη νηνεμία-, όλα τα διαφορετικά συνταιριάζουν υπέροχες συμφωνίες, στις συμπεριφορές μας και στα συναισθήματά μας συνεχώς γρονθοκοπούνται. Ο πόλεμος με τον μισητό, μειονεκτικό εχθρό-εαυτό επιζητά αφορμές να μεταφέρει την οργή του, την πίκρα του, την απογοήτευση της αδυναμίας του έξω. Την αυτοτιμωρία που αισθάνεται πως διψά τη μετατρέπει σε τιμωρία κατά άλλου. Για άλλη μια φορά να ρίξει το φταίξιμο μακριά, σαν ασθένεια μολυσματική, σαν βρόμικο ρούχο, να γλιτώσει απ την αυτομομφή και τη φριχτή ενοχή. Και όσο πιο απλός και αγαθός είναι ο απέναντι, τόσο θα του θυμώνει, όπως θυμώνουμε με τον καθαρό καθρέφτη μας όταν τον κοιτάμε και μας στέλνει πίσω, ως είδωλο, ένα τέρας. Υπάρχουν πλάσματα τόσο καθαρά που μας φτιάχνουν καθρέφτη, χωρίς να μιλούν, χωρίς να κάνουν τίποτα εξαιρετικό. Μόνο με το βλέμμα, με το χαμόγελο, με τη λάμψη που έρχεται από μέσα τους. Κάποιοι αναζητούν να πλησιάσουν τέτοια πρόσωπα, να καθρεφτιστούν, και κάποιοι τρέχουν μακριά τους, συκοφαντώντας τα, μέσα στο μυαλό τους έστω, για δικαιολογία.