Αυτές οι ασκήσεις μουσικής ανάγνωσης γράφτηκαν με το σκοπό να καλύψουν τα κενά και τις αδυναμίες, που δυστυχώς παρουσιάζει η παραδοσιακή μέθοδος του σολφέζ. Το κύριο πρόβλημα των διαφόρων μεθόδων του σολφέζ βρίσκεται στο ότι, ακόμα και μετά από πολύχρονη άσκηση, δεν οξύνουν στο βαθμό που θάπρεπε την αντίληψη των πρώτων και βασικών στοιχείων, των συστατικών της όποιας ενότητας φθόγγων - είτε πρόκειται για παραδοσιακές μελωδικές γραμμές και συγχορδίες, είτε για νεότροπες κατασκευές από διαδοχές ή συνηχήσεις φθόγγων. Τα πρώτα και βασικά αυτά στοιχεία είναι τα διαστήματα. Αν και στις παραδοσιακές μεθόδους εμφανίζεται πολύ συχνά η μελέτη των διαστημάτων σαν βάση των ασκήσεων, ωστόσο είναι τέτοια η δομή των ασκήσεων, ώστε να χάνει το διάστημα τη σημασία του, μέχρι του σημείου που να μη συνειδητοποιείται καν η παρουσία του, και να αποδυναμώνεται έτσι τελείως η λειτουργικότητά του στη διαδικασία της μουσικής αντίληψης και ανάγνωσης. Συμβαίνει δε αυτό, επειδή είναι τόσο μεγάλος ο βαθμός της "μελωδικότητας" των ασκήσεων, ώστε να γίνονται αντιληπτές και να μαθαίνονται απ τους ασκούμενους σαν ενότητες, μικρότερες ή μεγαλύτερες, και τέλος σαν μουσικά κομμάτια, με αποτέλεσμα τη μη συνειδητοποίηση της πορείας από φθόγγο σε φθόγγο, που οδηγεί στη σύλληψη της ενότητας. Και είναι ακριβώς αυτή η "από φθόγγο σε φθόγγο" πορεία η ουσία και η βάση της κάθε μουσικής ανάγνωσης, διευκολύνεται δε αυτή η πορεία από την αναγνώριση και την ικανότητα της σωστής απόδοσης της "από φθόγγο σε φθόγγο" απόστασης, δηλ. του διαστήματος. Ώστε, η σωστή διαδικασία της μουσικής ανάγνωσης είναι η άμεση, όσο το δυνατό πιο αυτόματη αντίληψη, εσωτερική αίσθηση και αντίστοιχη ικανότητα απόδοσης των διαστημάτων ανάμεσα στους φθόγγους, που αποτελούν μια ενότητα. Γι αυτό και οι ασκήσεις σε αυτήν εδώ τη μέθοδο χρησιμοποιούν συνθέσεις διαστημάτων (σε μια συστηματική διάταξη από το πιο απλό και εύκολο προς το πιο σύνθετο και δύσκολο) με περιορισμένη μελωδικότητα, κατά την παραδοσιακή τουλάχιστο έννοια, και με μια μεθόδευση που οδηγεί άμεσα στη συνειδητοποίησή τους και στον αυτοματισμό τής αναγνώρισης-αίσθησης-απόδοσης, που όπως είπαμε πιο πάνω, είναι η βάση της ανάγνωσης. Στη διαδοχή των ασκήσεων τα νεοεμφανιζόμενα, τόσο διαστήματα όσο και ρυθμικά σχήματα, συνδυάζονται με τα ήδη γνωστά από τις προηγούμενες ασκήσεις. Η μέτρηση του ρυθμού γίνεται με τις παραδοσιακές κινήσεις του (δεξιού) χεριού, που αντιστοιχούν στα μέρη του μέτρου. Η ταχύτητα της ανάγνωσης (μουσική αγωγή-tempo) δεν καθορίζεται, αλλά θα πρέπει να βρίσκεται .σε συνάρτηση με την ευχέρεια στην αναγνώριση των διαστημάτων. Κατά συνέπεια θα είναι σε πρώτη φάση αργή και υστερότερα πιο γρήγορη. Οι ασκήσεις πρέπει να γίνονται καταρχήν χωρίς οργανική συνοδεία. Επιτρέπεται, όμως, να γίνεται έλεγχος της σωστής απόδοσης της άσκησης με τη βοήθεια κάποιου οργάνου, υπό τον όρο πάντα, ο έλεγχος αυτός να μη διευκολύνει την ανάγνωση. Είναι αυτονόητο ότι προϋπόθεση της μουσικής ανάγνωσης είναι η ακριβής γνώση της μουσικής σημειογραφίας και της θεωρίας των διαστημάτων, που αποτελούν την ύλη των καθαρά θεωρητικών βοηθημάτων. Τέλος, οι ασκήσεις αυτές πρέπει να χρησιμέψουν στο δάσκαλο και σαν υπόδειγμα για την αυτοσχέδια σύνθεση παρόμοιων ασκήσεων, τις οποίες ο μαθητής ή οι μαθητές θα πρέπει να διαβάζουν σε πρώτη όψη (prima vista) αλλά και με τις οποίες επίσης θα πρέπει να γίνεται και μουσική υπαγόρευσή, για να ολοκληρώνεται έτσι η όξυνση της ικανότητας και της ανάγνωσης και της ακρόασης.