X Κύριε, Κύριε τιμώρησέ με Ράπισε το στόμα το ασεβές Σβήσε πάνω στη γλώσσα μου ένα ένα τα αγκαθωτά πυρηνικά σου αστέρια Πριόνισε τα φτερά μου με σκουριασμένη λάμα πριόνι Άσε μου μόνο τη μνήμη της γλώσσας μου τις λέξεις Θα σκεφτώ απ’ την αρχή τον Παράδεισο...
Κι αν ο θάνατος χτυπάει οκτάωρο; Κι αν έχει προβλήματα στη δουλειά; Κι αν περιμένει αργίες, λαχταρά προαγωγές, τρέμει απολύσεις; Κι αν γυρίζει σπίτι κουρασμένος μονάχα με την ελπίδα ενός ήσυχου Σαββατοκύριακου; Παλινδρομώντας μεταξύ σοβαρότητας και γκροτέσκου, επιστημονισμού και ιδεοληψίας, ποίησης και γλωσσικής αμηχανίας η Μικρή Εγκυκλοπαίδεια του Θανάτου τολμά να αναρωτηθεί...
Πώς να μιλήσεις σε ένα παιδί για τα μεγέθη τα στοιχεία, τα θεμέλια του κόσμου; Πώς εξηγείς τα συναισθήματα, τις σκέψεις; Όλα αυτά που μας ξεπερνούν και που τα ξεπερνάμε; Ένα τραγούδι για τα μικρά και τα μεγάλα της ζωής...