Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι σας.
Μια πλαστική σακούλα με φωτογραφίες, ένα προσωπικό λεξικό φτιαγμένο από ορισμούς που μοιάζουν περισσότερο με ερμηνείες και σύντομα κεφάλαια γραμμένα συνειρμικά σχεδόν, είναι τα αφηγηματικά εργαλεία που χρησιμοποιεί η πρωταγωνίστρια για να χαράξει τον χάρτη της παιδικής ηλικίας της ίδιας και του αδερφού της. Οι φωτογραφίες, παγωμένες στιγμές από το οικογενειακό τους παρελθόν, δίνουν την εντύπωση ότι είναι τα μόνα αντικείμενα που επέζησαν από κάποια πυρκαγιά. Η αφηγήτρια τις παρατηρεί μία προς μία: Οι γονείς, ο μικρός αδερφός, η ίδια, οι παππούδες καμιά φορά, οι σκουριασμένες κούνιες και οι λακκούβες στο πάρκο, τα ζώα, τα μόνα πλάσματα που βρίσκουν καταφύγιο στον δικό της τον κόσμο. Η σέπια έχει φάει το χρώμα σε μερικές, αλλά δεν έχει αφαιρέσει τη μυρωδιά του καμένου καουτσούκ ή τον ήχο των χτυπημάτων. Η σωματική και ψυχολογική βία που ασκεί ο πατριάρχης της οικογένειας είναι μια ρωγμή που ανοίγει και αφήνει να περάσει ο φόβος και η σιωπή, ραγίζοντας την ψυχή, τη ζωή, τα όνειρα όλων γύρω του. Το μοτίβο ανατριχιαστικά γνωστό: Αδύναμες μητέρες που «συντρίβονται κι επισκευάζουν τον εαυτό τους χωρίς τη βοήθεια κανενός, σιωπηλά, στο σκοτάδι». Παιδιά που μεταβολίζουν τον φόβο σε σιωπή ή ενοχή και άλλες φορές καταφέρνουν να κολλήσουν όπως όπως τα κομμάτια τους, άλλες, όμως, χάνονται στην πορεία.