Προδιαγραφές προϊόντων
Ημερομηνία Έκδοσης | 4/2012 |
Διαστάσεις | 21χ14 |
Σειρά | Πολιτισμός και Κοινωνία |
ISBN13 | 978-960-98922-2-3 |
"Το Ρόδο της Κυζίκου" είναι γέννηµα µιας νοσταλγικά χαµένης εποχής, από την οποία ξεκίνησαν πολλά ιστορικά γεγονότα που προσδιόρισαν τις τύχες της νεώτερης Ελλάδας. Η εποχή παρουσιάζεται µέσα από τη µορφή µιας άγνωστης Eλληνίδας, της Ευφροσύνης, που γεννήθηκε την ώρα που υλοποιούνταν το όραµα της Μεγάλης Ιδέας. "Της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών". Η ζωή της µοιάζει µε παραµύθι· αρχίζει από τότε που αντίκρισε το φως, συνεχίζεται µε την ιστορία των παιδικών της χρόνων στην Αρτάκη της Μικράς Ασίας, τον εκπατρισµό, και τα µετέπειτα δύσκολα χρόνια της επιβίωσης στον καινούργιο τόπο. Χρόνια νοσταλγίας και ροµαντισµού στην αρχή, κι ανείπωτης πίκρας στη συνέχεια, εξ αιτίας των τραγικών εξελίξεων που άφησαν ανεξίτηλα τα σηµάδια τους στην ευαίσθητη ψυχή της. Η πλοκή της µυθοπλασίας εξελίσσεται µε φόντο τα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα και συντάραξαν την Ελλάδα, από τη Μικρασιατική Καταστροφή ως τα νεώτερα χρόνια, τον πόλεµο του 40, τη γερµανική κατοχή, τον εµφύλιο, τη χούντα... Τα πρόσωπα, και κυρίως η ηρωίδα, επηρεάζονται άµεσα από τα γεγονότα, γιατί ζουν µέσα σ αυτά, βιώνοντας συναισθήµατα χαράς, λύπης και κυρίως πόνου. Η ιστορία της Ευφροσύνης δεν έχει ανάγκη από φανταστικούς ήρωες γιατί είναι αληθινή. Όπως αληθινός ήταν κι ο λόγος της. "... Κανείς δε νοιαζόταν για µας. Κι όταν διαµαρτύρονταν οι γονείς µας και ζητούσαν κάποια στοιχειώδη πράγµατα, οι υπεύθυνοι µάς έβριζαν και από πάνω να γυρίσουµε στην Τουρκία. Τούρκους µας ανέβαζαν, Τουρκόσπορους µας κατέβαζαν. Ούτε καν συµµερίζονταν τον πόνο των γονιών που έθαβαν τα παιδιά τους. Πολλά παιδιά πέθαναν τότε. Τα ουρλιαχτά των µανάδων τους ακόµα ηχούν στα αυτιά µου. Ανατριχιαστικές εικόνες. Αυτές µοιρολογούσαν και έκλαιγαν και όλοι οι άλλοι κοιτούσαµε µη µπορώντας να κάνουµε τίποτα. Μόνο κοιτούσαµε και κουρνιάζαµε ο ένας δίπλα στον άλλο. Γινόµασταν ένα κουβάρι σαν µια ασπίδα για να προφυλαχτούµε από το κοντάρι του θανάτου που περνούσε δίπλα µας και λόγχιζε όποιον έβρισκε αδύναµο και απροστάτευτο. Δεν χωρούσε στο µυαλό µας ότι φύγαµε από τα µέρη µας για να γλιτώσουµε και αντί να σωθούµε, πεθαίναµε εδώ, στην αγκαλιά της µητέρας πατρίδας...".