«Υπήρχε μια εποχή όπου η μέρα των Χριστουγέννων περιέκλειε όλο μας τον μικρόκοσμο σαν ένας μαγικός δακτύλιος μες στον όποιο νιώθαμε να μην μας λείπει τίποτα: χωρούσε όλες τις χαρές, τη θαλπωρή και τις ελπίδες του σπιτιού μας· μάζευε τους πάντες και τα πάντα γύρω από το χριστουγεννιάτικο τζάκι, και αυτή η εικόνα φώτιζε περίλαμπρη στα έκθαμβα παιδικά μας μάτια». Αυτή η εποχή αναβιώνει μέσα από τις «Χριστουγεννιάτικες ιστορίες» έξι εμβληματικών συγγραφέων της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά και μέσα από «Το νόημα των Χριστουγέννων καθώς μεγαλώνουμε» που μας υπενθυμίζει ο Τσαρλς Ντίκενς: ο άνθρωπος που με την πένα του αναζωογόνησε ―και καθιέρωσε― τον παραδοσιακό εορτασμό των Χριστουγέννων στον δυτικό πολιτισμό. Συγγραφείς: Pedro Antonio de Alarcón, Willa Cather, L.M. Montgomery, Charles Dickens, Joseph Roth, Лев Толстой, Hans Fallada ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Καλώς ήρθατε, όλα! Καλώς ήρθατε, ό,τι υπήρξε και δεν υπήρξε και ό,τι ελπίσαμε πως θα υπάρξει· περάστε κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο, καθίστε γύρω από το τζάκι, στις θέσεις για τους ανοιχτόκαρδους συνδαιτυμόνες! Και εάν στο βάθος, στη σκιά, φωτίσουν οι φλογίτσες το πρόσωπο ενός εχθρού που τρύπωσε μουλωχτά; Συγχωρήστε τον ώσπου να πείτε «Χριστούγεννα»! Εάν το κακό που σας έκανε, σας αφήνει το περιθώριο να τον δεχθείτε στη συντροφιά, ας περάσει και αυτός. Ειδάλλως, δεν έχει θέση εδώ ― ούτε, όμως, να του ανταποδώσετε το κακό ούτε να τον κατηγορήσετε. Την ημέρα αυτή δεν αποκλείουμε τίποτα και κανέναν! «Μισό λεπτό», λέει μια φωνούλα. «Τίποτα και κανέναν; Για ξανασκέψου το!» «Την ημέρα των Χριστουγέννων, δεν αποκλείουμε από το τζάκι μας τίποτα και κανέναν». Τσαρλς Ντίκενς: «Το νόημα των Χριστουγέννων καθώς μεγαλώνουμε» Είναι εννιά τη νύχτα. Έχω χρήματα. Πού θα δειπνήσω; Οι φίλοι μου, πιο ευτυχείς από εμένα, θα ξεχάσουν τη μοναξιά τους στην οχλοβοή ενός οργίου. ― Η νύχτα είναι για κρασί! κραύγαζαν πριν από λίγο. Εγώ δεν θέλησα να είμαι στο παιχνίδι. Εγώ έχω διασχίσει ήδη, χωρίς να πνιγώ, αυτή την κόκκινη θάλασσα της νεότητας. ― Η νύχτα είναι για δάκρυα· τους αποκρίθηκα. Οι συναντήσεις μου είναι στα θέατρα. Οι Μαδριλένιοι γιορτάζουν τη Γέννηση του Χριστού μας ακούγοντας να ξεσπούν οι κωμικοί! Μερικές οικογένειες, που τους είμαι ξένος, θέλησαν να μου δώσουν την ελεημοσύνη της οικιακής τους θέρμης, προσκαλώντας με να φάω ― γιατί πια δεν δειπνούμε…! Μα εγώ δεν πήγα· δεν θα πάω· εγώ δεν θέλω αυτό· εγώ ψάχνω τον μυστικό δείπνο μου, το κολατσιό της Παραμονής, το σπίτι μου, την οικογένειά μου, τις παραδόσεις μου, τις αναμνήσεις μου, τις παλιές χαρές της ψυχής μου… τη Θρησκεία που μ’ έμαθαν παιδί! Αντόνιο Πέδρο ντε Αλαρκόν: «Η Παραμονή του ποιητή» Και τότε ονειρεύτηκε πως ήταν κάποιος μέσα στο δωμάτιο και ήξερε πάραυτα ―όπως συμβαίνει στα όνειρα― ότι αυτός ο κάποιος ήταν ο Χριστός. «Ήθελες να με δεις, μπαρμπα-Πανόφ», του είπε γαλήνια. «Θα με δεις αύριο, λοιπόν, που θα ’ναι Χριστούγεννα. Να ’χεις τα μάτια σου ανοιχτά, όμως, γιατί δεν θα σου πω ποιος είμαι». Όταν ξύπνησε ο μπαρμπα-Πανόφ, χτυπούσαν οι καμπάνες κι ένα αμυδρό φως έμπαινε από τις γρίλιες. «Ευλόγησον, Κύριε!» είπε. «Είναι Χριστούγεννα». Σηκώθηκε και τεντώθηκε να ξεπιαστεί. Και τότε το πρόσωπό του έλαμψε από ευτυχία, καθώς θυμήθηκε τ’ όνειρο που είχε δει. Τελικά, τα Χριστούγεννα αυτά θα ήταν πολύ ιδιαίτερα, γιατί θα τον επισκεπτόταν ο Χριστός. Με ποια μορφή; Όπως ήταν μωρό, τα πρώτα Χριστούγεννα; Ως ηλικιωμένος, ως ξυλουργός ― ή ως Μέγας Βασιλεύς, ο Υιός του Θεού; Έπρεπε να ’χει τα μάτια του όλη μέρα ανοιχτά, για να τον αναγνωρίσει όπως και αν του εμφανιστεί. Λεβ Τολστόι: «Τα ιδιαίτερα Χριστούγεννα του μπαρμπα-Πανόφ»