Ἡ ἐρευνητικὴ ἐνασχόληση μὲ τὴν Τοπικὴ Ἱστορία σ’ ὅλο της τὸ φάσμα (Πολιτικὴ καὶ Ἐκκλησιαστική) εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαία γιὰ τὴν προώθηση τῆς Γενικῆς Ἱστορίας. Ἡ Τοπικὴ Ἱστορία ἀνοίγει προοπτικές, προσφέρει πολύτιμα στοιχεῖα στὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ καὶ μεγαλύτερη βεβαιότητα στὸν ἱστορικό, ποὺ ἐπιχειρεῖ τὴν σύνθεση τῶν ἐπὶ μέρους ἐρευνῶν. Στὴν Τοπικὴ Ἱστορία ἀνήκει καὶ ἡ ἐπαινετὴ προσπάθεια τοῦ συγγραφέα αὐτοῦ τοῦ βιβλίου. Ὁ κ. Εὐθύμιος Ταλάντης εἶναι ἀξιέπαινος κυρίως κατὰ τοῦτο: δὲν εἶναι ἐξ ἐπαγγέλματος φιλόλογος ἢ θεολόγος, ἀλλὰ Ἠλεκτρολόγος Μηχανικός. Μὲ τοὺς δυὸ αὐτοὺς χώρους, ὅπως φαίνεται στὸ πλούσιο βιογραφικό του, ἀσχολεῖται ἐρασιτεχνικά, ἀλλὰ καὶ πολὺ ἀποδοτικά. Χάρηκα, λοιπόν, ὅταν ἔλαβα δακτυλογραφιμένη τὴν ἐργασία του μὲ τὴν παράκληση νὰ τὴν προλογίσω. Ἡ συγκίνησή μου δὲ ἦταν μεγάλη, διότι ἡ ἀποστολὴ αὐτῆς συνοδευόταν ἀπὸ ἕνα θερμό–φιλικὸ γράμμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φωκίδος κ. Ἀθηναγόρα, γνωστοῦ γιὰ τὴν ἐπιστημοσύνη καὶ τὴν προσφορά του στὴν ἔρευνα, τὸν ὁποῖο ἰδιαίτερα σέβομαι καὶ ἀγαπῶ. Ἐξ ἄλλου, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἀκαδημαϊκῆς μου σταδιοδρομίας ἔθεσα ὡς κύριο σκοπό μου τὴν στήριξη καὶ ἐνίσχυση τῶν νέων ἐρευνητῶν, ἰδιαίτερα στὸν χῶρο τῆς Τοπικῆς Ἱστορίας, στὸν ὁποῖο, λόγω τῆς ἀχανοῦς ἐκτάσεώς του, παρὰ τὶς συνεχῶς ἀνανεούμενες συμβολές, πολλὰ μποροῦν καὶ πρέπει νὰ γίνουν ἀκόμη. Μὲ ἐκπλήσσει ἡ εὐσέβεια καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα τοῦ κ. Ταλάντη, δυὸ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις, γιὰ νὰ προσεγγίσει μὲ «συμπάθεια» τὸ θέμα του, μὲ συμπληρωματικὸ στοιχεῖο τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμό του στὴν ἔρευνα (αὐτὸ τὸ ὀφείλει καὶ στὸν θετικὸ χαρακτήρα τῆς ἐπιστημονικῆς εἰδικότητάς του), ποὺ τοῦ ἐξασφαλίζει τὴν προϋπόθεση τῆς ἀντικειμενικότητας καὶ τοῦ κριτικοῦ πνεύματος, ἀπαραιτήτων στοιχείων στὴν ἐπιστήμη. Ἡ ἀγάπη του ἐξ ἄλλου γιὰ τὴν ἔρευνα αὐτὴ εἶναι δεδομένη, ἀφοῦ εἶναι γέννημα θρέμμα τῆς περιοχῆς καὶ ἔτσι ἐξηγεῖται ὁ τεκμηριούμενος ζῆλος του στὴν ἀνεύρεση τῶν πηγῶν, στὴν κριτικὴ ἀξιοποίησή τους, ὅπως καὶ τῆς βασικῆς βιβλιογραφίας. Τὰ ἐπὶ μέρους πορίσματά του θὰ τὰ ἀξιολογίσουν οἱ εἰδικοὶ στὴν ἔρευνα τῆς περιοχῆς. Κατὰ τὴν δική μου ἐκτίμηση, πρόκειται γιὰ μία μελέτη, σύντομη μέν, ἀλλὰ πολὺ χρήσιμη, γιὰ τὴν γνώση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς Φωκίδος (ὀρθὸς ὁ τίτλος: «Χρονικόν της Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τοῦ Ν. Φωκίδος» καὶ ἐνδεικτικός της σοβαρότητας τοῦ συγγραφέα). Τὴν ἀποδεικτικὴ δὲ δύναμη τῆς ἔρευνας ἐνισχύει καὶ ἡ χρήση ἀρχειακῶν πηγῶν, δεδομένου ὅτι ἱστορία γιὰ τοὺς τελευταίους κυρίως αἰῶνες δὲν γράφεται χωρὶς τὴν ἀξιοποίηση τοῦ ἀρχειακοῦ ὑλικοῦ, κάτι ποὺ συνήθιζε νὰ λέει ὁ μεγάλος φιλόλογος καὶ ἱστορικὸς Νικόλαος Τωμαδάκης, ἀείμνηστος διδάσκαλός μου. Εὔχομαι ἡ φιλότιμη προσπάθεια τοῦ κ. Ταλάντη νὰ βρεῖ τὴν ἀνταπόκριση ποὺ τῆς ἀξίζει. Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνὸς