«Των φίλων μου, που πρέπει να τους κάμεις φίλους σου
κεντριά και δόντια τώρα τώρα είναι βγαλμένα·
με τον σκληρό τους μόχτο πρόκοψα αρχικά
και βέβαια μου ’θρεψε τον φόβο η δύναμή τους
μήπως με ξεθρονίσουν: για να τ’ αποφύγω
τους ξέκανα […]
Για τούτο Χάρη μου
τον νου σου, θερκοκέφαλους να τους απασχολείς
σε πόλεμο έξω· η δράση στο εξωτερικό
σβήνει τη μνήμη απ’ τα παλιά»...
Ο έρωτας ειπώθη από τις διάφορες εποχές, ανάλογα με τις ιδέες τους, θείος, ιερός, χυδαίος, κοινός, αφύσικος… Για τον Σαίξπηρ, τον ποιητή της Αναγέννησης, ο Έρωτας είναι η όλο υγεία ορμή, η γλυκιά όσο και φυσική μανία που πιάνει τ'' ανθρώπινα πλάσματα, ιδιαίτερα την άνοιξη της ζωής τους, όταν ανθίζει η εφηβεία, και τα σμίγει, κι έτσι ανανιώνει τη ζωή και κάνει την ανθρωπότητα αθάνατη και τη γη οικουμένη...
Εδώ ο Σαίξπηρ μας παρουσιάζει τον πόλεμο χωρίς ελαφρυντικά, δείχνοντάς μας, σαν σε καθρέφτη, μια εικόνα φόνου και ασέλγειας μοναδική σε ζωντάνια, μέγεθος, πληρότητα...
Ποιο χαλινάρι δύναται να συγκρατήσει
τον αιμοβόρο και στραβό στρατιώτη
να βάζει τα βρωμόχερά του στα σγουρά
των κοριτσιών σας που στριγγά θα ξεφωνίζουν·
τους πατέρες σας να σέρνονται απ’ τα ψαρά τους γένια,
τα σεβαστά κεφάλια τους να σπάζονται στους τοίχους,
στις λόγχες καρφωμένα τα γυμνά σας βρέφη,
ενώ οι τρελές μανάδες με ουρλιαχτό και σκούσμα
θα σκίζουνε τα σύννεφα, καθώς οι Εβραίες
μπροστά στου Ηρώδη τους μαυρόψυχους φονιάδες...
Το κύριο θέμα του μύθου είναι ο αγώνας που κάνουν οι νέες και γερές κοινωνικές δυνάμεις για να ανοίξουν δρόμο μέσα απ’ τους φραγμούς που έχει στήσει ο παλιός, γερασμένος κι εξαχρειωμένος κόσμος και να πάρουν τη θέση που τους ανήκει στη ζωή...
Κάθεστε άνετα; Τότε θα ξεκινήσω...
Ο ντετέκτιβ Ουάσινγκτον Πόου έχει μια ιστορία να διηγηθεί.
Και θέλει να δώσετε προσοχή.
Θα ακούσετε πώς ξεκίνησε, με τα πουλιά-κλέφτες. Τα κοράκια. Δεκάδες από αυτά. Αρκετά για ένα πτώμα...
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 1917
Η Μεγάλη Πυρκαγιά κατακαίει την πολυφυλετική μητρόπολη όπου χριστιανοί, εβραίοι και μουσουλμάνοι συνυπάρχουν σε ένα ιδιότυπο καθεστώς...